Η εκτός νόμου ανάπτυξη των ΑΠΕ
Ημερομηνία δημοσίευσης: 12/6/2014 |
Τα τελευταία χρόνια, η χώρα μας έκανε τεράστια βήματα στο χώρο των ΑΠΕ. Από το 2006 και μετά, οι εγγυημένες τιμές πώλησης έκαναν το θαύμα τους και στη χώρα μας, οδηγώντας στην εγκατάσταση 2,5 GW φωτοβολταϊκών και περίπου 1 GW νέων αιολικών πάρκων.
Σήμερα, κάποιοι φωνάζουν ότι η αγορά των φωτοβολταϊκών στη χώρα μας τέλειωσε. Αφενός γιατί οι στόχοι για το 2020 έχουν ήδη επιτευχθεί, αφετέρου γιατί η ένταξη κι άλλης ισχύος δημιουργεί αυξημένες απαιτήσεις για τη διατήρηση της ευστάθειας του δικτύου και άρα μεγαλύτερο κόστος στον τελικό καταναλωτή.
Όσο εύκολο είναι όμως να εκφράσει κανείς μια άποψη, άλλο τόσο εύκολο είναι να αγνοήσει την πραγματικότητα, εστιάζοντας στο δέντρο, χάνοντας ταυτόχρονα το δάσος.
Στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, από το 2009 μέχρι σήμερα, το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος αυξήθηκε κατά 60%για τους τελικούς καταναλωτές. Σήμερα, ένα νοικοκυριό πληρώνει για ηλεκτρικό ρεύμα από 18 έως 24 ευρωλεπτά. Στα ίδια επίπεδα κινείται και το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας για τις εμπορικές επιχειρήσεις. Και αυτά χωρίς να συνοπολογισθούν οι επιπτώσεις από την επικείμενη αύξηση των ΥΚΩ κατά 65-80%.
Στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα όμως, κάθε καταναλωτής μπορεί να συνδέσει απ’ ευθείας στην εσωτερική του ηλεκτρική εγκατάσταση ένα σύστημα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για να μειώσει το λογαριασμό της ΔΕΗ, συμψηφίζοντας την ενέργεια που παράγει με αυτή που καταναλώνει σε μηνιαία ή τετραμηνιαία βάση.
Η διαδικασία λέγεται net metering και είναι εφικτή γιατί οι περισσότεροι εγκατεστημένοι μετρητές είναι αναλογικοί και καταγράφουν την έγχυση ενέργειας στο ηλεκτρικό δίκτυο γυρνώντας ανάποδα. Στο τέλος του μήνα ή του τετραμήνου, ο μετρητής καταγράφει τη διαφορά μεταξύ της κατανάλωσης και της παραγωγής με αποτέλεσμα ο λογαριασμός να είναι σημαντικά μειωμένος.
Η νομοθεσία βέβαια επιβάλλει την ενημέρωση του Διαχειριστή του δικτύου για τη σύνδεση της εγκατάστασης. Όμως η νομοθεσία επιβάλλει επιπλέον τέτοιους περιορισμούς που μειώνουν σημαντικά το οικονομικό όφελος.
Το αποτέλεσμα είναι οι επίσημα συνδεδεμένες εγκαταστάσεις στη χαμηλή τάση να είναι μόλις κάποιες δεκάδες, γιατί πολύ απλά οι αυτοπαραγωγοί δεν τις δηλώνουν.
Ακόμα όμως και αν αντικατασταθούν όλοι οι μετρητές ηλεκτρικού ρεύματος με αντίστοιχους ψηφιακούς που δεν «γυρίζουν» ανάποδα, οι καταναλωτές μπορούν να εγκαταστήσουν ένα σύστημα παραγωγής ενέργειας με μπαταρίες ή με μηχανισμό περιορισμού της παραγόμενης ισχύος ώστε να μην εγχέουν ενέργεια στο δίκτυο.
Για παράδειγμα, μια κατοικία που καταναλώνει ετησίως 5.000 κιλοβατώρες, με την εγκατάσταση ενός συστήματος φωτοβολταϊκών ισχύος μόλις 3,5 kW με μπαταρίες, μπορεί να καλύψει το 80% της κατανάλωσης με σταθερό κόστος περίπου 16,5 ευρωλεπτά ανά κιλοβατώρα για 25 ολόκληρα χρόνια. Υπόψη, ότι το κόστος αυτό περιλαμβάνει υψηλής απόδοσης μπαταρίες με διάρκεια ζωής 12 ετών αλλά και την αντικατάστασή τους με νέες μετά τα πρώτα 12 χρόνια.
Αντίστοιχα, μια εμπορική επιχείρηση που καταναλώνει ετησίως 50.000 κιλοβατώρες, με την εγκατάσταση ενός συστήματος φωτοβολταϊκών ισχύος 20 kW, μπορεί να καλύψει σχεδόν το 50% της κατανάλωσης με σταθερό κόστος περίπου 4 έως 5 ευρωλεπτά ανά κιλοβατώρα για 25 ολόκληρα χρόνια. Αρκεί η εγκατάσταση να περιλαμβάνει ένα ειδικό σύστημα περιορισμού της παραγόμενης ισχύος.
Προφανώς όσο περισσότερο χαμηλώνει το κόστος του εξοπλισμού και όσο περισσότερο αυξάνεται το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, όλο και περισσότεροι καταναλωτές θα καταφεύγουν σε λύσεις «εκτός νόμου» net metering, σε εγκαταστάσεις με μπαταρίες ή με συστήματα διαχείρισης της ενέργειας χωρίς να δηλώνουν τίποτε σε κανένα επίσημο φορέα.
Και γιατί να το δηλώσουν άλλωστε, αφού μετά το New Deal και τη μονομερή τροποποίηση των συμβάσεων των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από μέρους της Πολιτείας, η επικρατούσα άποψη είναι «δεν υπογράφω καμία σύμβαση και με κανένα γιατί δεν τους έχω εμπιστοσύνη».
Με δεδομένες τις πιο πάνω επιλογές, πως είναι δυνατό να ισχυρίζεται κάποιος ότι η αγορά των φωτοβολταϊκών στη χώρα μας τελείωσε, όταν με όρους πραγματικής οικονομίας, μπορούν να εξασφαλίσουν ηλεκτρική ενέργεια πολύ φθηνότερα από το σύστημα.
Και βέβαια για ποιο λόγο να προχωρήσουν οι καταναλωτές στην εγκατάσταση φωτοβολταϊκών με το σχήμα αυτοπαραγωγής που προτείνει η Ομάδα Εργασίας του ΥΠΕΚΑ για το Net Metering, όταν μπορούν να έχουν πολύ μεγαλύτερο οικονομικό όφελος εγκαθιστώντας το έτσι απλά χωρίς να το δηλώσουν σε κανένα φορέα.
Βέβαια, με την παρούσα νομοθεσία, τα συστήματα αυτά είναι εκτός νόμου,αλλά ως χώρα και ως λαός έχουμε παράδοση σε αυτού του τύπου τις παρεκκλίσεις. Αυτό φαίνεται άλλωστε και από τα 340.000 αυθαίρετα κτίσματα που δηλώθηκαν κατά το 1ο εξάμηνο εφαρμογής του ν.4178/2013.
Μοναδική λύση, με όρους αγοράς, θα ήταν να εφαρμοσθεί ένα καθαρό σχήμα Net Metering, που θα συμψηφίζει όλες τις χρεώσεις σε ετήσια βάση, αφού σε αυτή την περίπτωση το οικονομικό όφελος των αυτοπαραγωγών θα είναι μεγαλύτερο από την εγκατάσταση ενός συστήματος εκτός νόμου και χωρίς την ενημέρωση του Διαχειριστή του δικτύου.
Κάπως έτσι ξεκίνησε και το Net Metering στην Αμερική τη δεκαετία του 1980.Μόνο που στην άλλη μεριά του Ατλαντικού γνωρίζουν πολύ καλά πως λειτουργούν οι αγορές. Αν δεν μπορείς να ελέγξεις κάτι, αντί να το απαγορεύσεις είναι καλύτερα να το εκμεταλλευτείς για να δημιουργήσεις τεχνογνωσία, νέες θέσεις εργασίας και ανάπτυξη.
Στην Αμερική, ήδη, τα φωτοβολταϊκά που λειτουργούν σε καθεστώς net metering ξεπέρασαν σε ισχύ τις μεγάλες επαγγελματικές εγκαταστάσεις,δημιουργώντας χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας και ισχυρές και εύρωστες εταιρείες ικανές να ανταγωνισθούν σε παγκόσμια κλίμακα.H πρώτη αμερικάνικη εταιρεία περνάει σύντομα τον Ατλαντικό για να δραστηριοποιηθεί στην Ολλανδία, εκμεταλλευόμενη την συσσωρευμένη τεχνογνωσία και το καθεστώς Net Metering που ισχύει εκεί. Και προφανώς κάνει αυτό το βήμα γιατί βλέπει ότι θα ακολουθήσουν και άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.
Την ίδια στιγμή, για την καλύτερη λειτουργία του δικτύου και την αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ, οι Πολιτειακές αρχές στην Αμερική επέβαλλαν την εγκατάσταση συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας μεγάλης κλίμακας με αποτέλεσμα να λειτουργούν ήδη τα πρώτα 100 MW συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας από τον Οκτώβριο του 2013 ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη η εγκατάσταση και άλλων συστημάτων με ισχύ πάνω από 1 GW.
Στη χώρα μας, ένα χρόνο μετά τις πρώτες εισηγήσεις των φορέων της αγοράς για τη θέσπιση του Net Metering, η Πολιτεία ακόμα συσκέπτεται με τον εαυτό της για να καθορίσει τον τρόπο εφαρμογής, έχοντας ως βασικό κριτήριο να μη πειραχτεί τίποτε στο υφιστάμενο σύστημα, αρνούμενη να συνομιλήσει με τους φορείς της αγοράς. Εξαιρείται βέβαια το γνωστό «παπαγαλάκι» της αγοράς που αποτελεί μόνιμο συνομιλητή του Υπουργείου για κάθε θέμα.
Χαρακτηριστικό του τρόπου σκέψης είναι και η απάντηση ενός υψηλόβαθμου υπαλλήλου του ΥΠΕΚΑ μετά από επισήμανση στελέχους της αγοράς, ότι η αυτοπαραγωγή που προτείνει η Ομάδα Εργασίας δεν πρόκειται να δουλέψει: «Ας το βγάλουμε τώρα έτσι γιατί έχουμε αργήσει και το βελτιώνουμε έπειτα στην πορεία».
Δεν έχει σημασία αν η χώρα έχει ανάγκη από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας ή αν τα νοικοκυριά και οι μικρές επιχειρήσεις έχουν ανάγκη για φθηνό ηλεκτρικό ρεύμα.
Θα μας σώσουν κάποια στιγμή οι αγωγοί του φυσικού αερίου και οι υδρογονάνθρακες.
Μέχρι τότε, ας είναι καλά η ανάπτυξη του καφέ και της τυρόπιτας…
Ηλεκτρολόγος Μηχ/κός, Μέλος ΔΣ του Συνδέσμου "ΗΛΙΟΣ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου