Του Πετρου Παπακωνσταντινου
Η στάση πληρωμών μιας χώρας έναντι των πιστωτών της είναι βέβαια μια δύσκολη απόφαση, αλλά όχι πάντα καταστροφική, όπως ευρέως πιστεύεται. Μεταξύ 1800 και 2009 σημειώθηκαν 250 περιπτώσεις αθέτησης πληρωμής του εξωτερικού χρέους. Οι Αμερικανοί ήταν από τους πρώτους διδάξαντες, καθώς αρνήθηκαν να αποπληρώσουν το χρέος τους μετά τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, ενώ οι Γάλλοι αθέτησαν τις υποχρεώσεις τους οκτώ φορές και οι Ισπανοί έξι. Στην εποχή της παγκόσμιας οικονομικής αλληλεξάρτησης, όμως, γίνονται δημοφιλείς οι εκλαϊκευτικές περιγραφές της θεωρίας περί χάους, όπου το πέταγμα μιας πεταλούδας σε ένα σημείο του κόσμου μπορεί να φέρει τυφώνα σε ένα άλλο. Και αν κάποιοι υποστηρίζουν παρόμοια σενάρια καταστροφής με πρωταγωνιστή την «πεταλούδα» που λέγεται Ελλάδα, τι θα έπρεπε να περιμένουμε στο ενδεχόμενο μιας στάσης πληρωμών της ίδιας της… Αμερικής, μιας χώρας που αντιπροσωπεύει από μόνη της το ένα τέταρτο της παγκόσμιας οικονομίας;
Οριο δανεισμού
Εξωφρενικό; Παράλογο; Γελοίο; Οχι και τόσο, κατά τον Αμερικανό υπουργό Οικονομικών Τίμοθι Γκάιτνερ, ο οποίος προειδοποίησε πρόσφατα την ελεγχόμενη από τους Ρεπουμπλικανούς Βουλή των Αντιπροσώπων ότι αν δεν ανεβάσει το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο δανεισμού της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, τότε το ισχυρότερο κράτος του κόσμου θα αναγκαστεί να κηρύξει στάση πληρωμών εντός διμήνου. Ηδη, στις 16 Απριλίου, ο πολύ γνωστός και από τα καθ' ημάς οίκος αξιολόγησης Standard & Poor's απηύθυνε μια πρώτη, αυστηρή σύσταση στις ΗΠΑ χαρακτηρίζοντας «αρνητική» τη μακροπρόθεσμη τάση των δημόσιων οικονομικών τους. Στις 2 Ιουνίου, η σύσταση μετατράπηκε σε «κίτρινη κάρτα» από έναν άλλο οίκο, τον Moody's, ο οποίος προειδοποίησε ότι μπορεί να υποβιβάσει οσονούπω την αξιολόγηση των αμερικανικών χρεογράφων.
Η υπόθεση ότι η Αμερική είναι too big to fail -πολύ μεγάλη για να αφεθεί να χρεοκοπήσει- ακούγεται βέβαια πάρα πολύ λογική, ενδεχομένως να υποτιμά, όμως, τη δύναμη της βλακείας στην πολιτική. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Σύμφωνα με το αμερικανικό Σύνταγμα, η κεντρική κυβέρνηση δεν μπορεί να δανείζεται από τις διεθνείς αγορές παρά μόνο μέσα στα όρια που καθορίζει κάθε φορά, με ρητή απόφασή του, το Κογκρέσο. Σήμερα, η «οροφή» την οποία έχει θέσει το Κογκρέσο βρίσκεται στα 14.294 δισ. δολάρια, ποσό που ισοδυναμεί στο 99% του ΑΕΠ. Το αμερικανικό κράτος έπιασε αυτό το όριο στα μέσα Μαΐου. Η κεντρική κυβέρνηση υπολογίζει ότι δεν θα μπορεί να αποπληρώνει τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας μετά τις 2 Αυγούστου, οπότε δύο ενδεχόμενα είναι, θεωρητικά τουλάχιστον, νοητά: Είτε το Κογκρέσο ανυψώνει την «οροφή» του επιτρεπόμενου δανεισμού είτε η Αμερική κηρύσσει στάση πληρωμών, πυροδοτώντας μια παγκόσμια οικονομική Αποκάλυψη.
Και λοιπόν; Τι εμποδίζει το Κογκρέσο να ανεβάσει την επίμαχη «οροφή», όπως έχει κάνει δεκάδες φορές στο παρελθόν; Το πρόβλημα είναι ότι η ρεπουμπλικανική πλειοψηφία της Βουλής αρνείται κατηγορηματικά να υπερψηφίσει το σχετικό νομοσχέδιο εάν η κυβέρνηση Ομπάμα δεν συναινέσει σε δρακόντειες περικοπές δημοσίων δαπανών και απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων προκειμένου να τιθασευτεί το αστρονομικό έλλειμμα του προϋπολογισμού - άνω του 10% του ΑΕΠ, με τάσεις περαιτέρω ανόδου. Ενα είδος «Μνημονίου» α λα αμερικανικά - κάτι σαν αυτό που εφαρμόζουν ήδη οι Ρεπουμπλικανοί στις πολιτείες όπου εξέλεξαν κυβερνήτες, πυροδοτώντας κάποτε σημαντικές κοινωνικές εκρήξεις, τύπου Ουισκόνσιν. Σημειωτέον ότι το δημοσιονομικό πρόβλημα της Αμερικής δεν αποτελεί προϊόν της πολιτικής Ομπάμα. Οι Δημοκρατικοί το κληρονόμησαν από τους Ρεπουμπλικανούς προκατόχους τους: Ο Κλίντον από τον νεοφιλελεύθερο Ρόναλντ Ρίγκαν -ο οποίος δήλωσε κάποτε ότι «το έλλειμμα δεν είναι πρόβλημα» - και τον Τζορτζ Μπους τον πρεσβύτερο, ο Μπαράκ Ομπάμα από τον Τζορτζ Μπους τον νεώτερο. Δύο ήταν οι βασικές πηγές του προβλήματος κατά την τελευταία δεκαετία: Οι υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες για τη συντήρηση δύο πολέμων, στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, και η συρρίκνωση των φόρων στα μεγάλα εισοδήματα και τις επιχειρήσεις. Οποιαδήποτε στοιχειωδώς σοβαρή πολιτική μεσοπρόθεσμης αντιμετώπισης του χρέους οφείλει να αντιμετωπίσει πρώτα απ' όλα αυτές τις δύο ανοιχτές, δημοσιονομικές πληγές.
Παιδεία - ασφάλιση
Ωστόσο, οι Ρεπουμπλικανοί δεν διανοούνται καν να συναινέσουν σε κάτι τέτοιο. Η αμερικανική πολεμική μηχανή είναι η ιερή αγελάδα τους και η φορολογία το ανάθεμα για τους «Ταλιμπάν της αγοράς», που σύρονται στην ουρά του διαβόητου Tea Party, με τον ακραίο, δεξιό λαϊκισμό του. Τι απομένει, λοιπόν; Μα οι δαπάνες για τη δημόσια εκπαίδευση, για τους δήμους, για τα επιδόματα των ανέργων και για τη σημαντικότερη μεταρρύθμιση του Ομπάμα: τη δημόσια, κοινωνική ασφάλιση, την οποία θέλουν να αντικαταστήσουν με «κουπόνια» που θα πηγαίνουν στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες - που σημαίνει ότι όποιος δεν έχει χρήματα για να καλύψει τα νοσήλιά του, κακό του κεφαλιού του.
Η πολιτική αυτή στηλιτεύεται από πολλούς αναλυτές όχι μόνο ως κοινωνικά άδικη, αλλά και ως οικονομικά επικίνδυνη, σε μια περίοδο που η Αμερική εμφανίζει ανηυσηχυτικά σημάδια «διπλής ύφεσης»: Η ανάκαμψη λαχανιάζει, η ανεργία καλπάζει και ο κίνδυνος μιας δεύτερης ύφεσης είναι ορατός. Σε ένα παρόμοιο τοπίο, σημειώνει ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν, μια άκαιρη «αποσωλήνωση» της αμερικανικής οικονομίας, με πρόωρο τερματισμό των προγραμμάτων τόνωσης και στροφή σε δρακόντεια λιτότητα, θα μπορούσε να οδηγήσει σε επανάληψη της τραυματικής εμπειρίας του 1936 - 37: Τότε, η διακοπή του περίφημου «Νιου Ντιλ» του προέδρου Ρούζβελτ ακύρωσε την ανάκαμψη και οδήγησε την οικονομία σε μια δεύτερη ύφεση, σε στυλ W, από την οποία θα την έβγαζε μόνο ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Φαίνεται όμως ότι ο τυχοδιωκτισμός έχει κυριεύσει σε τέτοιο βαθμό τους Ρεπουμπλικανούς ώστε να ποντάρουν ακριβώς στην οικονομική επιδείνωση, εν είδει από μηχανής θεού που θα αποτρέψει τη δεύτερη, διαγραφόμενη νίκη του Μπαράκ Ομπάμα στις προεδρικές εκλογές του 2012. Ό, τι και να καταλογίσει κανείς στον Αμερικανό πρόεδρο, έχει ήδη καταγραφεί ως ένας από τους χαρισματικότερους ηγέτες των μεταπολεμικών χρόνων και απέχει έτη φωτός από οποιονδήποτε εκ των διεκδικητών του ρεπουμπλικανικού χρίσματος. Παίζοντας με τη φωτιά, με ένα τόσο σοβαρό πρόβλημα όσο το δημόσιο χρέος της χώρας, οι Ρεπουμπλικανοί κινδυνεύουν να δικαιώσουν, στα μάτια της αμερικανικής κοινής γνώμης, όλα τα επίθετα με τα οποία τους έλουσε στο κύριο, πρωτοσέλιδο άρθρο της, η γαλλική Le Monde: «Ανεύθυνοι», «πυρομανείς πυροσβέστες» και «μαθητευόμενοι μάγοι». Μωραίνει Κύριος…
Ιnfo
- Paul Krugman, «The Mistake of 2010», The New York Times, 2.6.2011
- Editorial, «La politique du pire des republicains americains», Le Monde, 4.6.2011
- Robert Reich, «Back Towards a US Double - Dip», Financial Times, 1.6.2011
- Ari Berman, «The Bank Lobby Steps Up Its Attack oElizabeth Warren», The Nation, 1.6.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου