Κυριακή 9 Μαΐου 2010

Δ. Ζάντζας : Γιατί οι αγορές δεν εμπιστεύονται το πακέτο στήριξης της Ελλάδας


Γιατί οι αγορές δεν εμπιστεύονται το πακέτο στήριξης της Ελλάδας

 

Του Δημήτρη Ζάντζα (capital.gr)

Κάθε άλλο παρά θετική υπήρξε η αντίδραση των αγορών απέναντι στη δέσμη μέτρων που ανακοίνωσε η Ελλάδα και τον μηχανισμό στήριξης που «στήθηκε» από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ, σχολιάζει σε έκθεσή της για την ελληνική κρίση η Oxford Economics.

"Τα επίπεδα στα οποία έχουν βρεθεί τα ελληνικά ομόλογα, είναι επίπεδα που υποδηλώνον ότι οι επενδυτές εξακολουθούν να βλέπουν υψηλό κίνδυνο για κάποιας μορφής χρεοκοπία ή αναδιάρθρωση χρέους. Τις τελευταίες ημέρες, αυξήσεις σημειώνονται στις αποδόσεις των ομολόγων και άλλων «περιφερειακών» χωρών της Ευρωζώνης, όπως η Ισπανία και την Πορτογαλία", αναφέρει η έκθεση, με ημερομηνία 5 Μαΐου.

Φαίνεται ότι υπάρχουν διάφοροι λόγοι για την «χλιαρή» αντίδραση των αγορών, σημειώνει. Ο πρώτος είναι μια παρατεταμένη ανησυχία ότι η συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και των Ε.Ε./ ΔΝΤ ίσως τελικά να μην καταφέρει να τηρηθεί ή ότι θα μπορούσε να εκτροχιαστεί σε μεταγενέστερο στάδιο,

Με αυτό σχετίζεται και ο φόβος ότι η Ελλάδα ίσως να μην είναι σε θέση να τηρήσει τη συμφωνία. Λαμβάνοντας υπόψη το εύρος της ύφεσης που προβλέπεται από το νέο πρόγραμμα, αυτή την ανησυχία είναι κατανοητή. Η ανεργία, η οποία έχει ήδη εκτοξευθεί πάνω από το 11% τον Ιανουάριο, είναι πιθανό να αυξηθεί ακόμη περισσότερο, ίσως στο 15-16%. Οι μισθοί του δημόσιου τομέα και της απασχόλησης προβλέπεται να συρρικνωθούν απότομα.

"Σημαντικές διαμαρτυρίες εναντίον των μέτρων είναι ήδη σε εξέλιξη και μάλλον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ότι, απέναντι στην κοινωνική αναταραχή, οι ελληνικές αρχές δεν θα είναι σε θέση να κρατήσουν απαρέγκλιτα την πορεία τους", εκτιμά η Oxford Economics.

Ένας άλλος παράγοντας που φοβίζει τις αγορές, σύμφωνα με την ίδια έκθεση, είναι η «αριθμητική του χρέους». Η νέα συμφωνία, ενώ προβλέπει μια πολύ μεγάλη πτώση στο έλλειμμα του 2010 σε ποσοστό άνω του 5% του ΑΕΠ, μεταθέτει στην πραγματικότητα κατά δύο έτη το χρονικό σημείο στο οποίο το έλλειμμα θα έπρεπε να «πιάσει» το όριο του 3% του ΑΕΠ. Και σε συνδυασμό με την πολύ ασθενέστερη πραγματική αύξηση του ΑΕΠ και την πιθανότητα του αποπληθωρισμού, αυτό σημαίνει ότι ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα συνεχίσει να επιδεινώνεται μέχρι το 2013, με κορύφωση στα επίπεδα του 150% του ΑΕΠ.

"Αυτό είναι μεγαλύτερο ακόμα και από τα χειρότερα ποσοστά που παρατηρήθηκαν στο Βέλγιο και την Ιταλία τη δεκαετία του 1990 και συνεπάγεται μια μαζική συνεχιζόμενη επιβάρυνση από τόκους, ακόμη και αν το μέσο κόστος δανεισμού υποχωρήσει απότομα από τα σημερινά επίπεδα. Με μέσο επιτόκιο 5%, το ετήσιο επιτόκιο πληρωμών θα είναι 7,5% του ΑΕΠ, πολύ υψηλότερα από την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ, κάτι που απαιτεί από την Ελλάδα να δημιουργήσει ένα μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα για πολλά χρόνια για να αποτρέψει ένα ΄σπιράλ χρέους΄.

Με βάση τις τρέχουσες αποδόσεις της αγοράς, οι δαπάνες τόκων θα ξεπεράσουν το 12% του ΑΕΠ. Ως εκ τούτου, οι αγορές συνεχίζουν να φοβούνται ότι αργά ή γρήγορα οι ομολογιούχοι πιθανότατα θα βρεθούν απέναντι σε σημαντικές ζημίες. Και οι οίκοι αξιολόγησης έχουν υπάρξει προσεκτικοί απέναντι στη συμφωνία, τηρώντας μία στάση «βλέποντας και κάνοντας» σε ό,τι αφορά την ικανότητα της Ελλάδας να τηρήσει το πρόγραμμα και επισημαίνοντας ότι η πρόκληση της αποκατάστασης της μεσοπρόθεσμης φερεγγυότητας παραμένει τεράστια".

Υπάρχει ακόμα φόβος χρεοκοπίας

Αν το πακέτο διάσωσης αποτύχει, ποιες είναι οι πιθανές εναλλακτικές λύσεις; Μία δυνατότητα θα ήταν να προσπαθήσει η Ελλάδα να οργανώσει μια «εθελοντική» αναδιάρθρωση του χρέους, ζητώντας από τους πιστωτές να ανταλλαχθεί το βραχυπρόθεσμο χρέος με πολύ πιο μακροπρόθεσμο. Μια τέτοια συμφωνία θα μπορούσε επίσης να περιλαμβάνει μείωση των πληρωμών για τόκους και ίσως ένα «haircut» σχετικά με την ονομαστική αξία του χρέους. Για να υπάρξει όμως μία σοβαρή βελτίωση στο πρόβλημα του χρέους στην Ελλάδα, οι όροι μιας τέτοιας ανταλλαγής θα πρέπει να είναι μάλλον δυσμενείς για τους επενδυτές και ίσως να μην γίνουν αποδεκτοί, όπως σημειώνεται. "Αν η Ελλάδα αποφασίσει να πιέσει προς αυτή την κατεύθυνση, αυτή θα χαρακτηρισθεί ως ΄αναγκαστική ανταλλαγή΄ - στην ουσία πτώχευση".

"Μια πιο ακραία επιλογή θα ήταν το να κηρυχθεί μονομερώς και ευθέως πτώχευση", σημειώνει η Oxford Economics. "Αυτό για την Ελλάδα θα σήμαινε ότι μπορεί να ανακουφίσει τον προϋπολογισμό της από πληρωμές τόκων ίσως με το 5% του ΑΕΠ, μία σημαντική βελτίωση στο πρόβλημα του προϋπολογισμού της Ελλάδας. Ωστόσο, με το πρωτογενές (εξαιρουμένων των τόκων) έλλειμμα να τρέχει γύρω στο 8% του ΑΕΠ, ένα μεγάλο κενό, θα εξακολουθήσει να υπάρχει. Πώς θα πρέπει να πληρωθεί; Έχοντας αθετήσει, η Ελλάδα τις υποχρεώσεις της, δεν θα είναι σε θέση να προσελκύσει ξένους επενδυτές στα ομόλογα της - ένα σοβαρό πρόβλημα δεδομένου ότι οι ξένοι έχουν αγοράσει περίπου τα δύο τρίτα των εκδόσεων των τελευταίων ετών. Οι εγχώριοι επενδυτές πιθανότατα θα ήταν επίσης απρόθυμοι να αγοράσουν ελληνικό χρέος. Ακόμη και αν η πρόσβαση στα κεφάλαια του ΔΝΤ παρέμενε, αυτά δεν θα ήταν αρκετά για να καλύψουν το κενό χρηματοδότησης, παρά μόνο βραχυπρόθεσμα".

Τέλος, η «πυρηνική επιλογή» θα ήταν η πτώχευση με ταυτόχρονη έξοδο από την Ευρωζώνη. "Αυτό θα ήταν ένα εξαιρετικά επικίνδυνο βήμα για την Ελλάδα", σύμφωνα με την έκθεση, διότι "παρά το γεγονός ότι αυτό θα επιτρέψει στη χώρα να χρησιμοποιεί τη νομισματική πολιτική για τη χρηματοδότηση του ελλείμματος και τη στήριξη των τραπεζών, θα οδηγήσει επίσης σε μια απότομη αύξηση του πληθωρισμού και σε μαζικό οικονομικό αποσυντονισμό. Το νέο νόμισμα θα κινδυνεύει να ΄βυθιστεί΄ σε αξία έναντι του ευρώ και άλλων ξένων νομισμάτων και οι ελληνικές επιχειρήσεις με χρέη στο εξωτερικό θα αντιμετωπίσουν μεγάλες απώλειες. Και ενώ η ανταγωνιστικότητα προς το εξωτερικό θα μπορούσε να βελτιωθεί, ακόμα και αν η τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών μπορούσε να αποφευχθεί, το αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε να είναι εγγυημένο.

Σε πολιτικό επίπεδο, μια τέτοια κίνηση θα ήταν επίσης ένα εξαιρετικά αρνητικό βήμα, ουσιαστικά ακυρώνοντας τις προσπάθειες της Ελλάδας κατά τις τελευταίες δεκαετίες για να γίνουν μέρος της ευρωπαϊκής ΄οικογένειας΄.

Παρ' όλες αυτές τις αρνητικές πτυχές, ωστόσο, ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν μπορεί πλέον να αποκλειστεί - σε τελική ανάλυση, μπορεί να αποδειχθεί η πλέον αποδεκτή ΄κακή επιλογή΄ για την ελληνική κοινωνία", ύμφωνα με την Oxford Economics.

Η πτώχευση θα πλήξει κι άλλες «περιφερειακές» οικονομίες της Ευρωζώνης

Για άλλες χώρες, εκτός από την Ελλάδα, η πτώχευση σίγουρα θα αποτελέσει άσχημο νέο, ιδιαίτερα για τις «περιφερειακές» οικονομίες της Ευρωζώνης. Πόσο ευάλωτες είναι οι χώρες αυτές; "Εξετάζοντας μια σειρά ΄δεικτών ευπάθειας, κανένα από τα ΄περιφερειακά΄ κράτη της Ευρωζώνης δεν φαίνεται σε τόσο κακή κατάσταση, όπως η Ελλάδα, αλλά όλες οι διαθέτουν ορισμένα κοινά με την Ελλάδα χαρακτηριστικά".

Ισπανία, η οποία υποβαθμίστηκε πρόσφατα από την S&P σε «ΑΑ» από «ΑΑ+», έχει πρωτογενές έλλειμμα προϋπολογισμού και «φόρτο» εξωτερικού χρέους παρόμοια με την Ελλάδα, και η συσσωρευμένη απώλεια ανταγωνιστικότητας, από την υιοθέτηση του ευρώ και έπειτα, είναι ελαφρώς μεγαλύτερη. Όμως, ο «φόρτος» του δημοσίου χρέους, ενώ αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς, είναι πολύ χαμηλότερος από ό, τι στην Ελλάδα, όπως και το βάρος των τόκων. Η κίνηση των ομολόγων της εξακολουθεί να είναι μάλλον ήπια σε σύγκριση με τις άλλες ΄περιφερειακές΄ χώρες της Ευρωζώνης Ίσως η μεγαλύτερη ανησυχία βραχυπρόθεσμα για την Ισπανία είναι οι μεγάλου ύψους πληρωμές που πρέπει να κάνει τον Ιούλιο, συνολικού ύψους άνω των 20 δισ. ευρώ. Κάτι που, αν δεν υποχωρήσουν σημαντικά οι πιέσεις στην αγορά, θα μπορούσε να σημαίνει πολύ μεγάλη πίεση την εγχώρια αγορά ομολόγων.

Η Πορτογαλία συνήθως θεωρείται ως το πιο ΄αδύναμο΄ μέλος της Ευρωζώνης μετά την Ελλάδα. Από δημοσιονομικής πλευράς, φαίνεται ότι αποτελεί μια λιγότερο σοβαρή περίπτωση με ένα πολύ μικρότερο πρωτογενές έλλειμμα προϋπολογισμού και τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ κοντά στο μέσο όρο της Ευρωζώνης. Υπάρχουν σημαντικές ανησυχίες, ωστόσο, για την ΄εξωτερική ευπάθεια΄ της οικονομίας της. Η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία έχει ενισχυθεί περισσότερο από 10% από τότε που η χώρα προσχώρησε στο ευρώ, και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών ΄τρέχει΄ σε επίπεδα πάνω από 10% επί του ΑΕΠ. Μετά από χρόνια μεγάλων εξωτερικών ελλειμμάτων, η χώρα αντιμετωπίζει ένα πολύ μεγάλο εξωτερικό χρέος άνω του 200% επί του ΑΕΠ. Η Πορτογαλία υποβαθμίστηκε κατά δύο βαθμίδες, σε «Α-» από την S&P πρόσφατα, με τον οίκο να κάνει λόγο για ΄διαρθρωτικές αδυναμίες΄ στα δημόσια οικονομικά και για ΄μη ανταγωνιστική΄ οικονομία. Οι δε αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων της χώρας βρίσκονται σε επίπεδο το οποίο, εφόσον διατηρηθεί, θα μπορούσε να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη.

Η Ιρλανδία αντιμετωπίζει ένα ακόμη χειρότερο πρωτογενές έλλειμμα προϋπολογισμού σε σχέση με την Ελλάδα, αλλά πολύ χαμηλότερο - αν και ταχέως αυξανόμενο - δημόσιο χρέος. Μέχρι πρόσφατα, το θέμα του προϋπολογισμού σε μεγάλο βαθμό αντιμετωπιζόταν με μια σημαντική δέσμη φορολογικών μέτρων που κέρδισε την επιδοκιμασία των επενδυτών, αλλά η κίνηση των ομολόγων τις τελευταίες ημέρες δείχνει ότι σοβαρές ανησυχίες έχουν επανεμφανιστεί. Μία πιθανή πηγή ανησυχίας είναι η εξωτερική θέση της χώρας. Η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία ανατιμήθηκε σχεδόν 30% από το 1999, και ο δείκτης του εξωτερικού χρέους πλησιάζει το ιλιγγιώδες επίπεδο του 1000% επί του ΑΕΠ. Ωστόσο, η αύξηση της παραγωγικότητας αντιστάθμισε ορισμένες από τις συνέπειες της ανατίμησης της συναλλαγματικής ισοτιμίας και το ποσοστό του χρέους είναι σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα των ενδοεταιρικών δανείων που συνδέονται με τις άμεσες ξένες επενδύσεις και τις υποχρεώσεις ενός πολύ παγκοσμιοποιημένου χρηματοπιστωτικού τομέα - είναι επομένως πολύ λιγότερο τρομακτικό απ' όσο αρχικά μπορεί να φαίνεται.

Η Ιταλία, που συχνά εμφανιζόταν ως ο αδύναμος κρίκος στην Ευρώπη κατά το παρελθόν, μοιάζει σήμερα πολύ λιγότερο ευάλωτη σε σχέση με άλλες ΄περιφερειακές΄ οικονομίες. Η δημοσιονομική διαχείριση υπήρξε σχετικά συνετή τα τελευταία χρόνια, κι έτσι ενώ η χώρα διατηρεί ένα μεγάλο δημόσιο χρέος άνω του 100% του ΑΕΠ, ο προϋπολογισμός της είναι σχεδόν ισοσκελισμένος. Η επιβάρυνση από τόκους, αν και υψηλή, παραμένει χαμηλότερη σε σχέση με την Ελλάδα όπως και οι βραχυπρόθεσμες ανάγκες χρηματοδότησης της Ιταλίας. Σε ό,τι αφορά την εξωτερική της εικόνα, αν και παρουσιάζει κάποια μείωση της ανταγωνιστικότητας κατά την τελευταία δεκαετία, δεν εμφανίζει ανισορροπίες του μεγέθους της Πορτογαλίας. Ο χαμηλότερος βαθμός ευπάθειας της Ιταλίας εξηγεί γιατί η κίνηση των ομολόγων της είναι το τελευταίο διάστημα σχετικά υποτονική. Η Ιταλία εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται από τους επενδυτές περισσότερο ως οικονομία του ΄πυρήνα΄ της Ευρωζώνης, παρά της ΄περιφέρειας΄.

Σε περίπτωση μιας ελληνική χρεοκοπίας, φαίνεται αναπόφευκτο ότι οι ασθενέστερες ΄περιφερειακές΄ οικονομίες θα δεχθούν σημαντικές πιέσεις, με την Πορτογαλία κατά πάσα πιθανότητα να αντιμετωπίζει τον μεγαλύτερο κίνδυνο. Μια από τις ανησυχίες είναι ότι οι πιέσεις θα αυξήσουν το κόστος δανεισμού τους και θα υποχρεώσουν στην άμεση λήψη προληπτικών μέτρων δημοσιονομική σύσφιξης. Ο κίνδυνος αυτός είναι ιδιαίτερα υψηλός αν η Ελλάδα αποφασίσει την έξοδό της από την ευρωζώνη, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί προηγούμενο ότι η ένταξη στην Ευρωζώνη δεν είναι αμετάκλητη, Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε σημαντική αύξηση του κινδύνου που ενσωματώνουν τα ομόλογα των «περιφερειακών» οικονομιών της Ευρωζώνης, ιδίως εκείνων με αδύναμη εξωτερική θέση.

Φαίνεται τελικά ότι αντί οι αγορές να εκλάβουν ως μια θετική εξέλιξη για τις άλλες ΄περιφερειακές΄ χώρες της Ευρωζώνης την συμφωνία για την Ελλάδα, την αντιμετωπίζουν μάλλον ως δυνητικά αρνητικό σημάδι. Λαμβάνοντας υπόψη το εύρος του ΄πακέτου΄ στήριξης και τη δυσκολία με την οποία επετεύχθη η συμφωνία, έχει υποστηριχθεί ότι παρόμοια διάσωση για άλλες χώρες είναι σχεδόν απίθανη. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Ισπανία, της οποίας οι ανάγκες χρηματοδότησης τα επόμενα δύο χρόνια φτάνουν τα 350 δισ. ευρώ. Η επέκταση της ασπίδας προστασίας και στην Πορτογαλία και στην Ιρλανδία θα ανεβάσει το κόστος στα 500 δισ. ευρώ". 

Επιπτώσεις πέρα από την Ευρωζώνη

"Μία ελληνική χρεοκοπία θα ενείχε τον κίνδυνο σημαντικών απωλειών για ορισμένες τράπεζες της Ευρωζώνης. Ακριβή στοιχεία σχετικά με την έκθεσή τους στο ελληνικό χρέος δεν είναι διαθέσιμα", επισημαίνει η έκθεση, "αλλά τα αριθμητικά στοιχεία της BIS στο τέλος του 2009 δείχνουν ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες είχαν έκθεση συνολικά 129 δισ. ευρώ απέναντι στην Ελλάδα, ένα σημαντικό μέρος των οποίων είναι πιθανόν να αποτελείται από κρατικά ομόλογα".

"Εντός της Ευρώπης, η μεγαλύτερη έκθεση εντοπίζεται στη Γαλλία (50 δισ. ευρώ), στη Γερμανία (31 δισ. ευρώ), στο Ηνωμένο Βασίλειο (10 δισ. ευρώ) και στις Κάτω Χώρες ( 8 δισ. ευρώ), αν και αυτά τα σύνολα είναι πιθανό να έχουν μεταβληθεί από τότε. Αυτό συνεπάγεται απώλειες πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων για τους τραπεζικούς κλάδους της Γαλλίας και της Γερμανίας, ιδίως στην περίπτωση ενός μιας ελληνικής χρεοκοπίας -που ισοδυναμεί με το 5% περίπου της κεφαλαιακής τους βάσης- οι οποίες θα έρχονταν να προστεθούν στις ήδη σοβαρές πιέσεις συρρίκνωση των ισολογισμού, αποτέλεσμα της επιδείνωσης των δανειακών τους χαρτοφυλακίων και της ανάγκης να ενισχυθούν οι συντελεστές κεφαλαιακής επάρκειας".

"Αυτό θα μπορούσε με τη σειρά του να οδηγήσει αλυσιδωτά σε υψηλότερο κόστος δανεισμού και ασθενέστερη ανάπτυξη στον ΄πυρήνα΄ των χωρών της Ευρωζώνης, εξηγεί η Oxford Economics,  "και οι επιπτώσεις θα είναι ακόμη μεγαλύτερες εάν υπάρξει σημαντική διάχυση των συνεπειών στην Ισπανία και στην Ιταλία, όπου η έκθεση των τραπεζών στα ομόλογα αυτών των χωρών είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με την έκθεσή τους στο ελληνικό χρέος.

Υπάρχει επίσης μεγάλη πιθανότητα ευρύτερων οικονομικών αλυσιδωτών επιπτώσεων σε περίπτωση μιας ελληνικής χρεοκοπίας. Ένα από τα πρώτα ΄θύματα΄ θα είναι πιθανότατα το ευρώ, το οποίο εμφανίζει άμεση συσχέτιση με τα γεγονότα στην Ελλάδα τις τελευταίες εβδομάδες υποχωρώντας στο χαμηλότερο επίπεδο έναντι του δολαρίου εδώ και ένα χρόνο. Σε περίπτωση χρεοκοπίας της Ελλάδας, θα περιμέναμε ένα κύμα σπασμωδικών πωλήσεων που θα μπορούσε να οδηγήσει την ισοτιμία ευρώ-δολαρίου ακόμα και στα επίπεδα του 1,10 – 1,15. Σε περίπτωση χρεοκοπίας που θα συνοδεύεται και με έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, θα περιμέναμε ακόμη μεγαλύτερη πτώση, καθώς το μέλλον της Ευρωζώνης θα τίθεται σοβαρά πια εν αμφιβόλω - αυτό το σενάριο θα μπορούσε να οδηγήσει τελικά την ισοτιμία ευρώ-δολαρίου ακόμα και στο 1:1, εάν οι αλυσιδωτές επιπτώσεις σε άλλες ΄περιφερειακές΄ χώρες της ζώνης του ευρώ αποδειχθούν ισχυρές.

Σε πιο γενικές γραμμές, μια ελληνική χρεοκοπίας θα αποτελέσει ένα μεγάλο σοκ για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Διότι όχι μόνο αφορά μεγάλο όγκο χρέους, ακόμα και σε σύγκριση με τις χρεοκοπίες της Ρωσίας ή της Αργεντινής, αλλά θα πρόκειται και για την πρώτη χρεοκοπία μίας ΄ανεπτυγμένης΄ οικονομίας από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ύστερα.

Στους παραπάνω κινδύνους συμπεριλαμβάνονται σημαντικές ρευστοποιήσεις στα χρηματιστήρια παγκοσμίως, καθώς και διεύρυνση του κινδύνου σε όλες τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων. Μέσω αυτών των αρνητικών επιπτώσεων, αυτό θα μπορούσε να θέσει μια σοβαρή απειλή για την παγκόσμια ανάκαμψη. Επιπλέον, μια ελληνική χρεοκοπία θα μπορούσε να θέσει σοβαρά ερωτήματα για την μέχρι σήμερα φήμη του κυβερνητικού χρέους ως ασφαλούς επένδυσης. Πέραν των αλυσιδωτών επιπτώσεων σε άλλες μικρές χώρες με αδύναμα δημόσια οικονομικά, θα υπάρξει ο κίνδυνος να οδηγηθούν και οι μεγαλύτερες οικονομίες ταχύτερα σε μέτρα δημοσιονομικής σύσφιξης για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος αύξησης στο κόστος δανεισμού. Μέσα από έναν τέτοιο μηχανισμό, μια ελληνική χρεοκοπία θα μπορούσε να βλάψει περαιτέρω τις προοπτικές της παγκόσμιας ανάπτυξης".

Όπως σημειώνει η Oxford Economics, "δεδομένου του μεγέθους του κινδύνου των αλυσιδωτών επιπτώσεων, η βούληση να αποφευχθεί η χρεοκοπία της Ελλάδας είναι κατανοητή. Αλλά το βέλτιστο αποτέλεσμα για την Ευρωζώνη ή την προοπτική της παγκόσμιας οικονομίας, δηλαδή μία πολύ σκληρή ελληνική προσαρμογή υποστηριζόμενη από ένα μεγάλο ΄πακέτο΄, δεν είναι απαραίτητα και η καλύτερη επιλογή για την Ελλάδα. Επιπλέον, η αντίδραση της αγοράς απέναντι στο ΄πακέτο΄ στήριξης Ε.Ε./ ΔΝΤ εγείρει το ερώτημα για το αν η προσπάθεια διάσωσης ήρθε πολύ αργά.

Ίσως κάποιας μορφής αναδιάρθρωση χρέους για την Ελλάδα να είναι αναπόφευκτη και ίσως θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο χάραξης στρατηγικών ασφαλείας απέναντι σε αυτή την πιθανότητα. Η ΄ελεγχόμενη΄ αναδιάρθρωση, με διασφαλίσεις για την πρόληψη της διάχυσης των συνεπειών σε άλλες αδύναμες οικονομίες της Ευρωζώνης -όπως οι εγγυήσεις του χρέους, προαποφασισμένες γραμμές ρευστότητας ή ακόμη και η άμεση αγορά χρέους των «περιφερειακών» οικονομιών της Ευρωζώνης από την ΕΚΤ (σύμφωνα με τις διατάξεις έκτακτης ανάγκης των συνθηκών της Ε.Ε.)- θα έπρεπε ενδεχομένως να εξεταστεί".


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου