Μια σύντομη αναδρομή στους σταθμούς που σημάδεψαν την πορεία των ελληνοτουρκικών διενέξεων για το συγκεκριμένο ζήτημα
Ενα πλέγμα αλληλοτροφοδοτούμενων ζητημάτων συνθέτουν το πλαίσιο των ελληνοτουρκικών τριβών στο Αιγαίο, όπως αυτές ορίζονται από τις τουρκικές διεκδικήσεις σε βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων (χωρικά ύδατα, εναέριος χώρος, δικαίωμα άμυνας των νησιών, υφαλοκρηπίδα - αποκλειστική οικονομική ζώνη) και αρμοδιοτήτων (FIR, δηλαδή έλεγχος των πτήσεων που επεκτείνεται στο διεθνή εναέριο χώρο, έρευνα και διάσωση κλπ.). Συνισταμένη των τουρκικών διεκδικήσεων σε θάλασσα και αέρα είναι η αναθεώρηση του υπάρχοντος «στάτους», με αντανάκλαση στα υφιστάμενα σύνορα.
Η πορεία των διευθετήσεων στο Αιγαίο, μετά το 1974, καθορίζεται από μια σειρά ελληνοτουρκικές συμφωνίες κορυφής. Πάνω σ' αυτά τα δεδομένα, που φέρουν διακριτή τη σφραγίδα της ΝΑΤΟικής λυκοσυμμαχίας, αναμένεται να κινηθούν και οι συνομιλίες κατά την προγραμματισμένη για τις 14-15 Μάη επίσκεψη στην Αθήνα του πρωθυπουργού της Τουρκίας Ρ. Ερντογάν. Ανάμεσα σε άλλες, ξεχωρίζουν οι εξής συμφωνίες:
- Το Πρακτικό της Βέρνης (μετά την κρίση με το «Χόρα»), το Νοέμβρη 1976 μεταξύ Κ. Καραμανλή και Σ. Ντεμιρέλ, με το οποίο δεσμεύονταν οι δύο χώρες να μην προβούν σε ενέργειες που θα παρενοχλούσαν τις διαπραγματεύσεις. Ουσιαστικά πάγωσαν έκτοτε οι ενέργειες για έρευνα και εκμετάλλευση τυχόν κοιτασμάτων πετρελαίου πέρα από τα χωρικά ύδατα των 6 μιλίων από τις ηπειρωτικές ακτές.
- Η συμφωνία του Νταβός (μετά την κρίση του 1987 με το «Σισμίκ»), το Φλεβάρη του 1988 μεταξύ Α. Παπανδρέου και Τ. Οζάλ, με την οποία οι δύο χώρες συμφωνούν να περιορίσουν την ερευνητική τους δραστηριότητα για ανεύρεση κοιτασμάτων πετρελαίου στην αιγιαλίτιδα ζώνη τους. Δηλαδή επαναβεβαίωση του πρακτικού της Βέρνης.
- Η συμφωνία της Μαδρίτης τον Ιούλη του 1997 (μετά την κρίση των Ιμίων το Γενάρη του 1996), μεταξύ Κ. Σημίτη και Σ. Ντεμιρέλ, με την οποία η Ελλάδα αναγνωρίζει «τα ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα της Τουρκίας» στο Αιγαίο και δεσμεύεται να μην προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες, όπως θα μπορούσε να θεωρηθεί η άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων (έρευνες στην υφαλοκρηπίδα, επέκταση χωρικών υδάτων κλπ.).
- Σε αυτά έρχεται να προστεθεί και το Ελσίνκι, οι αποφάσεις της συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης το Δεκέμβρη του 1999, όπου στα πλαίσια της ενεργοποίησης της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας η Ελλάδα αποδέχθηκε την ύπαρξη προς διευθέτηση «συνοριακών διαφορών».
Κομβικό σημείο για τις ελληνοτουρκικές προστριβές στο Αιγαίο αποτελεί η εκμετάλλευση της υφαλοκρηπίδας. Δηλαδή, το δικαίωμα αποκλειστικής εκμετάλλευσης του βυθού και του υπεδάφους του στη θαλάσσια περιοχή πέρα από τα χωρικά ύδατα της κάθε χώρας, που είναι ο βυθός των διεθνών υδάτων.
Για πρώτη φορά τέθηκε θέμα υφαλοκρηπίδας από την Τουρκία την 1η Νοέμβρη 1973, όταν η τουρκική κυβέρνηση δημοσίευσε απόφαση και χάρτη όπου εκχωρούσε το μισό περίπου Βόρειο Αιγαίο (περιοχές της ελληνικής υφαλοκρηπίδας) στην τούρκικη κρατική εταιρεία πετρελαίων για έρευνα και εκμετάλλευση.
Στον πυρήνα της τουρκικής διεκδίκησης επί της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου βρίσκεται ο ισχυρισμός ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και κατά συνέπεια η οριοθέτησή της στο Αιγαίο πρέπει να γίνει με βάση τη μέση γραμμή από βορά προς νότο, μεταξύ τουρκικών παραλίων και των απέναντι παραλίων της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Είναι η γνωστή γραμμή του 25ου Μεσημβρινού, που έχει τεθεί ως όριο των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο (υφαλοκρηπίδα, FIR, έρευνα και διάσωση, επιχειρησιακός έλεγχος κλπ.).
Τυχόν υιοθέτηση αυτής της λύσης θα σήμαινε ότι τα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου θα περιβάλλονται από τουρκική υφαλοκρηπίδα. Δηλαδή, ανάμεσα στα ελληνικά νησιά θα υπάρχουν τουρκικές πλατφόρμες άντλησης πετρελαίου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ασφάλειά τους και την άμυνα της χώρας, σε συνδυασμό και με τις άλλες τουρκικές διεκδικήσεις (χωρικά ύδατα, εναέριος χώρος, αποστρατιωτικοποίηση νησιών).
Η Τουρκία προτείνει «πολιτική» λύση, δηλαδή οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας όχι με βάση τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, που δίνουν στα νησιά υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ (Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη), αλλά με βάση τη διμερή διαπραγμάτευση. Παράλληλα, αφήνει ανοιχτό και το ενδεχόμενο για συνεκμετάλλευση των αμφισβητούμενων περιοχών («γκρίζες ζώνες»), δηλαδή όλων εκείνων των περιοχών όπου υπάρχουν νησιά, νησίδες και βραχονησίδες που δεν αναφέρονται ονομαστικά στις Συνθήκες με τις οποίες μεταβιβάστηκαν στην Ελλάδα από το 1821 και μετά.
Από την ελληνική πλευρά προβάλλεται η θέση ότι το θέμα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο αποτελεί το μόνο ζήτημα προς διευθέτηση και η διαδικασία που προτείνεται είναι η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η υπόθεση της παραπομπής στη Χάγη άνοιξε στις 27 Γενάρη 1975, όταν η ελληνική κυβέρνηση υπέβαλε για πρώτη φορά επίσημα την πρόταση προς την κυβέρνηση της Τουρκίας.
Ωστόσο, το θέμα της υφαλοκρηπίδας σχετίζεται άμεσα με όλο το πλέγμα των ελληνοτουρκικών ζητημάτων στο Αιγαίο και κυρίως με το ζήτημα των χωρικών υδάτων, αλλά και με το μεταγενέστερο θέμα που κατασκεύασε η Τουρκία, αυτό της κυριαρχίας στις «γκρίζες ζώνες». Είναι προφανές ότι η Τουρκία θα διεκδικήσει για τις περιοχές που θα χαρακτηριστούν ως τουρκική υφαλοκρηπίδα να ασκεί επίσης τον έλεγχο του εναέριου χώρου, την αρμοδιότητα έρευνας και διάσωσης, αλλά και τον επιχειρησιακό έλεγχο, αφού θα επικαλείται την προστασία και την ασφάλεια των «ζωτικών» της συμφερόντων. Ετσι, η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας θα δημιουργήσει νέα σύνορα στο Αιγαίο και θα αλλάξει το σημερινό «στάτους».
Απαραίτητη προϋπόθεση για την προσφυγή στη Χάγη είναι να συμφωνήσουν οι δύο χώρες για το ποια θέματα θα παραπέμψουν και να δεσμευτούν εκ των προτέρων ότι είναι αποδεκτή η όποια κρίση του Δικαστηρίου. Αυτό είναι το λεγόμενο «συνυποσχετικό».
Ουσιαστικά, η υπογραφή του συνυποσχετικού σημαίνει εκ των προτέρων κλείσιμο του θέματος του πλάτους των ελληνικών χωρικών υδάτων. Δηλαδή, ή επέκτασή τους στα 12 μίλια ή δέσμευση για παραμονή τους στα 6 μίλια ή διμερής διαπραγμάτευση Ελλάδας - Τουρκίας για επιλεκτική επέκταση κατά περιοχή, με τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκίας.
Συνυποσχετικό σημαίνει ακόμα «κλείσιμο» με τον ένα ή τον άλλο τρόπο του θέματος των «γκρίζων ζωνών». Δηλαδή, συμφωνία όχι μόνο επί της διαδικασίας, αλλά και επί της ουσίας που αγγίζει τον πυρήνα των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Αξίζει να αναφέρουμε πως εάν το εύρος των ελληνικών χωρικών υδάτων γίνει 12 μίλια από 6 μίλια που είναι τώρα, εκ των πραγμάτων συρρικνώνεται η έκταση των διεθνών χωρικών υδάτων και αντίστοιχα της υφαλοκρηπίδας προς διευθέτηση, γιατί τα ελληνικά χωρικά ύδατα είτε θα καλύψουν - λόγω επέκτασής τους - μεγάλο μέρος των διεθνών υδάτων, ο βυθός των οποίων είναι η υφαλοκρηπίδα, είτε θα «εγκλωβίσουν» ένα άλλο μέρος των διεθνών υδάτων.
Σε αυτό βοηθάει η γεωγραφική διάταξη των ελληνικών νησιών που σχηματίζουν έναν «κλοιό» περιμετρικά του Αιγαίου και απέναντι στα τουρκικά παράλια.
Σε επίπεδο Διεθνούς Δικαίου, το θέμα της υφαλοκρηπίδας αντιμετωπίστηκε αρχικά το 1958 με τη Σύμβαση της Γενεύης και τελικά από το 1982 με τη νέα Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας στο Μοντέγκο Μπέι, που κωδικοποιήθηκε ως Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας το 1994 και επικυρώθηκε από την Ελλάδα το 1995, οπότε και εκδηλώθηκε η τουρκική απειλή περί «κάζους μπέλι» (αιτία πολέμου) αν ασκηθεί το δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών υδάτων.
Ως ανώτατο εύρος της υφαλοκρηπίδας ορίζονται τα 200 μίλια από τα όρια των χωρικών υδάτων, πράγμα που στο Αιγαίο είναι πρακτικά ανεφάρμοστο, αφού δεν το επιτρέπει η περιορισμένη του έκταση και οι αποστάσεις ανάμεσα στις απέναντι ακτές είναι πολύ μικρότερες. Η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας. Ετσι το «κάζους μπέλι» παραμένει εν ισχύι. Κάτω από αυτή την απειλή, έρχεται στην Αθήνα σε δύο βδομάδες για να διαπραγματευτεί για το Αιγαίο ο Τούρκος πρωθυπουργός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου