Tου Σταθη N. Kαλυβα*
Η διακυβέρνηση της χώρας την τελευταία τριακονταετία μπορεί να παρομοιαστεί με ένα θεατρικό έργο σε τρεις πράξεις.
Πράξη πρώτη: Επειτα από μπόλικες διαβουλεύσεις και καθυστερήσεις, εισάγεται κάποια μεταρρύθμιση που, όπως είναι φυσικό, δυσαρεστεί κάποιους. Πράξη δεύτερη: Οι δυσαρεστημένοι «κινητοποιούνται». Η κινητοποίηση συνίσταται στην επιβολή ενός σημαντικού κόστους πάνω στο κοινωνικό σύνολο, ανάλογα με τις εκάστοτε διαθέσιμες δυνατότητες και στη χρήση ενός αριστερόστροφου πολιτικού λεξιλογίου, με στερεοτυπικές αναφορές σε «ηρωικούς αγώνες» που γίνονται για το «λαϊκό συμφέρον». Σύσσωμα τα ΜΜΕ και η αντιπολίτευση στηρίζουν τα αιτήματα των κινητοποιημένων που δεν μπορεί παρά να είναι δίκαια, ενώ καταδικάζεται η κυβερνητική αυθαιρεσία και αναλγησία, καθώς και η υποταγή της στα «συμφέροντα». Η κυβέρνηση επιλέγει τη χαλαρή αστυνόμευση στη βάση της λογικής πως τα κοινωνικά προβλήματα δεν έχουν αστυνομικές λύσεις: ούτε συλλήψεις γίνονται ούτε επιβάλλονται ποινές σε κανέναν και αυτό, ανεξάρτητα από το αν παραβιάζεται ή όχι ο νόμος. Πράξη τρίτη: Εχοντας εισπράξει ένα σημαντικό πολιτικό κόστος, η κυβέρνηση υποχωρεί στο όνομα της δημοκρατίας και του διαλόγου. Ολοι επιστρέφουν στα σπίτια τους χαρούμενοι. Η μεταρρύθμιση είτε εφαρμόζεται πλημμελώς είτε δεν εφαρμόζεται καθόλου είτε αποσύρεται. Το μάθημα εμπεδώνεται: το κράτος λυγίζει εύκολα. Το πρόβλημα που επεδίωκε να θεραπεύσει η μεταρρύθμιση χώνεται κάτω από το χαλί με την ελπίδα πως κάπως, κάποτε, θα διορθωθεί. Ετσι φθάσαμε στη χρεοκοπία.
Η παράσταση αυτή τα έχει όλα: προβλέψιμους ρόλους και σενάριο, χαρούμενο τέλος και (δυστυχώς) αρνητικές συνέπειες. Το εντυπωσιακό, όμως, είναι πως ενώ βρισκόμαστε σε ελεύθερη πτώση, ο θίασος συνεχίζει την παράσταση. Πρόσφατα παραδείγματα: το κάπνισμα στους δημόσιους χώρους, η απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων, η Κερατέα.
Είναι προφανές πως ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας, συνεπικουρούμενο από μερίδα δημοσιογράφων και διανοουμένων, εξακολουθεί να αρνείται να αντικρίσει κατάματα τη ρίζα του προβλήματος: το απλό, δηλαδή, γεγονός πως το επίπεδο διαβίωσης που είχε κατακτήσει η χώρα τα τελευταία χρόνια δεν αντιστοιχούσε στον παραγόμενο πλούτο. Ο στρουθοκαμηλισμός αυτός τρέφεται απευθείας από την ιδεολογία της Μεταπολίτευσης: πάντοτε φταίνε οι άλλοι (οι διεφθαρμένοι πολιτικοί, οι ξένοι που μας επιβουλεύονται και μας επιβάλλουν «επαχθή χρέη», ο νεοφιλελευθερισμός, η παγκοσμιοποίηση κ. λπ.) και ποτέ εμείς οι ίδιοι (ο αγνός, διωκόμενος «λαός»). Ετσι, η ψυχρή αποτίμηση της σκληρής πραγματικότητας που αντιμετωπίζουμε έχει υποκατασταθεί από τη συνεχή γκρίνια, τον αδιέξοδο αυτισμό και τη μανιώδη αναζήτηση της εύκολης και ανέξοδης λύσης που θα μας οδηγήσει στη σωτηρία: η επιμήκυνση, η αναδιάρθρωση, η στάση πληρωμών, οι Κινέζοι, τα κατοχικά χρέη της Γερμανίας,... ο Ισημερινός.
Ο στρουθοκαμηλισμός δεν είναι δυσεξήγητος. Κατ’ αρχάς, καμιά αποτυχία δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή. Δεύτερον, η ελληνική κοινωνία βίωσε μια αδιάκοπη ανοδική πορεία που διήρκεσε 70 χρόνια. Πρέπει να πάει κανείς πίσω στα χρόνια της Κατοχής για να αναζητήσει μια ραγδαία πτώση του βιοτικού επιπέδου. Η σημερινή πραγματικότητα είναι πραγματικά πρωτόγνωρη για τους περισσότερους. Τρίτον, οι οικονομικές κρίσεις του πρόσφατου παρελθόντος ξεπεράστηκαν με ευκολία και δίχως βαριές συνέπειες, καλλιεργώντας την ψευδαίσθηση της εύκολης διεξόδου. Τέλος, η ιδεολογία της Μεταπολίτευσης υπήρξε σε τέτοιον βαθμό ηγεμονική, που έχει αποκτήσει την ισχύ του αυτονόητου.
Παρ’ όλα αυτά, και αντίθετα από τους περισσότερους, ίσως, αναλυτές, δεν θεωρώ πως το κεντρικό πρόβλημα αυτή τη στιγμή εντοπίζεται στην κοινωνία. Αφ’ ενός αυτή διαθέτει πολύ μεγαλύτερα αποθέματα προσαρμοστικότητας απ’ όσα της αναγνωρίζονται. Αφ’ ετέρου, κάτω από την επιφάνεια και πίσω από τις κραυγές, διακρίνονται οι τεκτονικές αξιακές αλλαγές που ήδη συντελούνται. Σιγά σιγά, πράγματα που παλιότερα δεν λέγονταν έχουν αρχίσει να είναι ευρύτερα αποδεκτά. Αλλωστε, οι περισσότεροι άνθρωποι κάπου συναισθάνονταν πως ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούσαν τα πράγματα, παρότι βολικός, ήταν σαθρός. Αργά αλλά σταθερά, η πίεση της πραγματικότητας ωθεί την κοινωνία προς την αναθεώρηση των θεμελιωδών αξιών της. Η μετατόπιση αυτή δεν μεταφράζεται ακόμη σε πολιτική ενέργεια, γιατί η κοινωνία δέχεται αντιφατικά μηνύματα από μια πολιτική ηγεσία που δεν εμπιστεύεται και η οποία δεν της παρέχει ούτε αξιόπιστο οδηγό εξόδου από την κρίση ούτε όραμα για το μέλλον.
Είναι προφανές πως οι αλλαγές και δύσκολες είναι και χρόνο χρειάζονται. Ομως, ούτε χρόνος υπάρχει ούτε η προοπτική της κατάρρευσης επιτρέπει δισταγμούς. Το πρόβλημα είναι πως την πραγματοποίηση των αλλαγών επωμίσθηκε μια κυβέρνηση (και ένα πολιτικό προσωπικό) που ούτε τις καταλαβαίνει ούτε και πιστεύει σ’ αυτές.
Η κρίσιμη διαφορά με το παρελθόν είναι πως το θέατρο της Μεταπολίτευσης απώλεσε πλέον τους χρηματοδότες του. Μόνο η δύναμη της αδράνειας εξηγεί γιατί συνεχίζονται ακόμη οι παραστάσεις. Δεν θα κρατήσουν για πολύ. Η πολιτική ηγεσία της χώρας διαθέτει ίσως ακόμη τη δυνατότητα να επιλέξει πόσο ομαλός θα είναι ο δρόμος της μετάβασης. Είτε, όμως, επιλέξει είτε όχι, το τελικό αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο: η κρίση θα σαρώσει τη σημερινή πραγματικότητα, θέτοντας τη χώρα σε μια υγιέστερη τροχιά.
* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Yale.
http://www.ekathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_100066_30/04/2011_440591
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου