Τρίτη 6 Ιανουαρίου 2009

Για τους οπαδούς ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται

Καθώς το 2009 «κλείνουμε» 100 χρόνια από το κίνημα στο Γουδή, οι αναλογίες με την εποχή μας δίνουν λαβή για ενδιαφέρουσες συγκρίσεις.

Τα αδιέξοδα του πολιτικού μας συστήματος θυμίζουν την προ-βενιζελική περίοδο


Δημήτρης Σωτηρόπουλος

17-12-2008


Ο σοβαρότερος λόγος της αδυναμίας της παρούσας κυβέρνησης αλλά και του εγχώριου πολιτικού συστήματος εν γένει να αντιδράσουν με σοβαρότητα στην κοινωνική αναταραχή των τελευταίων ημερών είναι η αδυναμία τους να κατανοήσουν το χαρακτήρα, τα αίτια, το βάθος και κατ’ επέκταση τη σημασία της κρίσης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι χρειάστηκαν δέκα ημέρες από το ξέσπασμα της εξέγερσης προτού η κυβέρνηση Καραμανλή καταφέρει να διαχωρίσει την τυφλή βία των κουκουλοφόρων από την κοινωνική διαμαρτυρία των μαθητών και των φοιτητών και να αναγνωρίσει -αν και σε ρητορικό μόνο επίπεδο- τις αυτονόητες πολιτικές της ευθύνες για τα σκάνδαλα. Όσο για την αντιπολίτευση και τα αριστερά κόμματα, αρκέστηκαν να υιοθετήσουν, ρητά ή άρρητα, τη φράση του Μάο «μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση».

Η μελέτη του παρελθόντος μπορεί να γίνει, ωστόσο, σε ένα βαθμό οδηγός για το μέλλον - τουλάχιστον ως προς την κατανόηση των σύγχρονων προβλημάτων. Η σημερινή κατάσταση θυμίζει σε πολλά σημεία την πολυεπίπεδη κρίση που βίωναν το ελληνικό κράτος και η ελληνική κοινωνία στο τέλος του 19ου αιώνα ως την πρώτη δεκαετία του 20ού.

Μετά τον εκσυγχρονισμό, το πολιτικό βάλτωμα

Επρόκειτο για μία εποχή-μεταίχμιο από κάθε άποψη. Όπως και σήμερα, έτσι και τότε, της κρίσης είχε προηγηθεί μια εντόνως δημιουργική περίοδος ανάπτυξης, που χαρακτηρίστηκε από το εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα του Χαρίλαου Τρικούπη, ο οποίος κυβέρνησε τη χώρα από το 1882 ως το 1895, με μικρά διαλείμματα. Το εκσυγχρονιστικό του σχέδιο είχε οδηγήσει σε μια συθέμελη αλλαγή σε πολιτικό (αρχή της δεδηλωμένης, δημοκρατική σταθερότητα, αποδυνάμωση των πελατειακών πρακτικών των κομμάτων), θεσμικό (μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα και στο στρατό), κοινωνικό (ανάδυση ενός είδους αστικής τάξης) και οικονομικό επίπεδο (υποδομές, μεγάλα αναπτυξιακά έργα). Ήταν η εποχή της ενίσχυσης του εγχώριου χρηματοπιστωτικού και εφοπλιστικού κεφαλαίου, με την ελληνόκτητη ναυτιλία να εισέρχεται έκτοτε στο κλαμπ των μεγαλύτερων ναυτιλιακών δυνάμεων παγκοσμίως (και σήμερα βρίσκεται πλέον στην κορυφή). Η γιγαντιαία αναμόρφωση της χώρας που στηρίχτηκε στον αμετροεπή εξωτερικό και δημόσιο δανεισμό άφησε, ωστόσο, την οικονομία χρεοκοπημένη μετά την πτώχευση του 1893 (βλ., τηρουμένων των αναλογιών, την εικόνα των σημερινών δημόσιων οικονομικών μεσούσης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης). Παράλληλα, όπως συμβαίνει συχνά σε τέτοιες διαδικασίες μετάβασης στο καπιταλιστικό σύστημα, οι «χαμένοι» του εκσυγχρονισμού (μικροαστική και εργατική τάξη στις πόλεις, αγροτικός κόσμος στην ύπαιθρο) αποτέλεσαν τους κατεξοχήν εκφραστές της κοινωνικής δυσαρέσκειας (που εκδηλώθηκε με συγκρουσιακό πνεύμα μέσα από διάφορες αφορμές, π.χ., Ευαγγελικά, Κιλελέρ κ. ά.), καθώς και την κύρια εκλογική βάση των λαϊκιστικών πολιτικών δυνάμεων της αντιπολίτευσης (Δηλιγιάννης κ.ά.). Το πολιτικό σύστημα που οικοδομήθηκε πάνω στα συντρίμμια του εκσυγχρονισμού δεν μπορούσε παρά να είναι ασταθές και αναξιόπιστο (15 κυβερνήσεις από το 1895 ως το 1909), όπως προβληματική ήταν και η μεγάλη επιρροή του θρόνου στην πολιτική ζωή.

Όταν η Εκκλησία και οι εθνικιστές καθόριζαν την πολιτική

Το ακόμη πιο επικίνδυνο ήταν ότι στην αναζήτηση διεξόδου το πολιτικό σύστημα επένδυσε εντόνως στον εθνικισμό (βλ. αντιστοίχως την περίοδο του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, τη δεκαετία του 1990, οπότε και είχαμε έξαρση του εθνικιστικού φαινομένου), αφήνοντας τις διάφορες πατριωτικές μυστικές εταιρείες και την Εκκλησία να καθορίζουν τη ρητορική και άλλες κρίσιμες παραμέτρους της λεγόμενης «Μεγάλης Ιδέας» («την απελευθέρωση των αλύτρωτων πληθυσμών»), για την πραγμάτωση της οποίας, όμως, το ελληνικό κράτος ήταν ακόμη απροετοίμαστο. Ως αποτέλεσμα, η χώρα σύρθηκε το 1897 -με τυχοδιωκτικό τρόπο- σε μια πολεμική αναμέτρηση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αναμέτρηση που θα μπορούσε να είχε καταλήξει σε μεγαλύτερη καταστροφή αν δεν επενέβαιναν οι μεγάλες δυνάμεις.

Άλλωστε, στον τομέα της εξωτερικής της πολιτικής, όπως και τώρα (Σκοπιανό, Κυπριακό, Μεσανατολικό, Καύκασος) έτσι και τότε, η χώρα βρισκόταν επίσης ενώπιον μεγάλων προκλήσεων. Το γεωπολιτικό παιχνίδι που παιζόταν γύρω από το μακεδονικό πρόβλημα (που ήταν μέρος του Ανατολικού Ζητήματος) ενέπλεκε στα γρανάζια του όλες τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Γερμανία, Οθωμανική Αυτοκρατορία) αλλά και τα νεοπαγή κράτη της Βαλκανικής (Ελλάδα, Σερβία, Βουλγαρία) - της περιοχής εκείνης που έμελλε άλλωστε να δώσει την αφορμή για το ξέσπασμα του μεγάλου πολέμου στην Ευρώπη το 1914.

Eκτός συστήματος η λύση διεξόδου από την κρίση

Τη λύση σε αυτό το πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό αδιέξοδο είχε παράσχει τότε ο στρατός με το κίνημα στο Γουδή, τον Aύγουστο του 1909, το οποίο έτυχε (όχι φυσικά χωρίς επιμέρους διαφωνίες και ενστάσεις) της στήριξης των μεσοστρωμάτων των πόλεων και της ελληνικής αστικής τάξης, που έβλεπε να απειλούνται ευθέως οι κατακτήσεις της στην τρικουπική περίοδο. Το κίνημα ήρθε, συνεπώς, ως επακόλουθο της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος να μεταρρυθμιστεί εκ των έσω. Το επίπεδο του πολιτικού προσωπικού είχε σημειώσει μεγάλη πτώση, ενώ οι εφεδρείες του πολιτικού συστήματος (όπως είχε συμβεί με την εμφάνιση του Τρικούπη εν μέσω της πολιτικής κρίσης τη δεκαετία του 1870) ήταν αναξιόπιστες (εδώ και πάλι μπορεί κανείς να εντοπίσει αναλογίες με το 1996, όταν η «λύση Σημίτη» αποτέλεσε μια εσωτερική μεταρρύθμιση της τότε κυβερνώσας παράταξης, με επιπτώσεις σε όλο το πολιτικό σύστημα). Για να αποφευχθούν επικίνδυνες αναγωγές στο σήμερα, θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος, που ηγήθηκε του κινήματος, συνιστούσε σε εκείνη τη φάση δύναμη κοινωνικού εκσυγχρονισμού, διεκδικώντας την εξυγίανση της πολιτικής ζωής, ενώ είχε επηρεαστεί από το αντίστοιχο φιλελεύθερο κίνημα των Νεότουρκων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία λίγο νωρίτερα, το 1908. Με δεδομένη, λοιπόν, την απουσία εναλλακτικών πολιτικών λύσεων και καθώς το κίνημα δεν είχε δικτατορικές βλέψεις, στράφηκε σε ένα άφθαρτο πρόσωπο που δεν ανήκε σε κανένα πολιτικό «τζάκι» και δρούσε πολιτικά εκτός των ορίων του ελληνικού κράτους: στον 45χρονο Ελευθέριο Βενιζέλο, που ως υπουργός Δικαιοσύνης και Εξωτερικών της αυτόνομης κυβέρνησης της Κρήτης είχε συνδέσει το όνομά του με την εναντίωσή του στην απολυταρχική διακυβέρνηση του αρμοστή πρίγκιπα Γεωργίου και με την εξέγερση του 1905.

Αν ο Ελ. Βενιζέλος και το Κόμμα των Φιλελευθέρων έτυχαν αμέσως ευρύτατης κοινωνικής αποδοχής (στις εκλογές του 1910 εξέλεξε 307 βουλευτές σε σύνολο 362, ενώ η Βουλή ανανεώθηκε κατά τα 2/3), ήταν διότι προσωποποιούσαν την αναγκαία αλλαγή «παραδείγματος» στα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Πέρα από τη χαρισματική προσωπικότητα του ανδρός, στόχος των Φιλελευθέρων ήταν σε πολιτικό επίπεδο να εκφράσουν τα δυναμικά εκείνα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, που επί μία δεκαπενταετία είχαν μείνει πολιτικά ανέστια και χωρίς όραμα για το μέλλον.

Oι πολιτικά ανέστιες κοινωνικές δυνάμεις

Θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον να αναζητήσει κανείς σήμερα τις κοινωνικές εκείνες δυνάμεις που εντοπίζονται ιδίως στα ανώτερα μεσαία στρώματα (γύρω στο 20% του πληθυσμού), τα οποία θα μπορούσαν εν δυνάμει να ηγηθούν κατά της κομματοκρατίας και της γενικευμένης ανομίας και διαφθοράς σε όλα τα επίπεδα, υπέρ της εγκαθίδρυσης ενός πολιτικού συστήματος με θεσμικά αντίβαρα (checks and balances) που να περιορίζουν την παντοδυναμία του εκάστοτε πρωθυπουργού και να αναδεικνύουν την ισχύ του βουλευτή, εντέλει υπέρ του εκσυγχρονισμού των θεσμών και της αποκατάστασης των κοινωνικών δεσμών και της κοινωνικής ευθύνης. Η παρέμβασή τους θα μπορούσε να καταστεί ηγεμονική και να κινητοποιήσει και άλλα τμήματα της κοινωνίας. Μόνο που για να γίνουν όλα αυτά, θα απαιτούνταν η εμφάνιση εκείνης της εντελώς καινοτόμου πολιτικής δύναμης, που θα μετέτρεπε τα κοινωνικά αυτά αιτούμενα σε πολιτική πρόταση εξουσίας και όχι απλής διαμαρτυρίας.

ΓIA ΠEPAITEPΩ MEΛETH:

Θ. Bερέμης - H. Nικολακόπουλος (επιμ.), «Ο Eλευθέριος Bενιζέλος και η εποχή του», Eλληνικά Γράμματα, 2005, σελ. 383.

Γ. Γιανουλόπουλος, «“H ευγενής μας τύφλωσις”. Eξωτερική πολιτική και “εθνικά θέματα” από την ήττα του 1897 έως τη μικρασιατική καταστροφή», Bιβλιόραμα, 2001, σελ. 341.

Γ. Δερτιλής, «Iστορία του ελληνικού κράτους, 1830-1920 (A+B τόμοι)», Eστία, 2005, σελ. 1108.

N. Zορμπάς, «Aπομνημονεύματα. H επανάσταση του Γουδή 1909», Mέτρον, 2005, σελ. 174.

Γ. Σωτηρέλης, «Σύνταγμα και εκλογές στην Eλλάδα: 1864-1909», Θεμέλιο, 1991, σελ. 498.

Λ. Tρίχα - K. Aρώνη-Tσίχλη, «O Xαρίλαος Tρικούπης και η εποχή του», Παπαζήσης, 2000, σελ. 711.

B. Tσίχλης, «Tο κίνημα του Γουδή και ο Eλευθέριος Bενιζέλος», Πολύτροπον, 2007, σελ. 391.

City Press - Τα αδιέξοδα του πολιτικού μας συστήματος θυμίζουν την προ-βενιζελική περίοδο.mht


Ευχαριστώ τον ΘΑΤ για την επισήμανση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου