Μετά από μια εκπομπή που παρακολούθησα σήμερα το πρωή ανέτρεξα στα ακόλουθα άρθρα επισημάνσεις-προειδοποιήσεις τα οποία παραθέτω για ενημέρωση και σκέψεις επί των αναφερθέντων, εδώ και ενάμιση χρόνο.
ΣΓΣ
«Προσκλητήριο των δυνάμεων να συνεισφέρουν»
Με πραγματικό πόνο ψυχής οι εκπρόσωποι των τριών γενεών που στήριξαν διαδοχικά τις εθνικές προσπάθειες για την ένταξη της Ελλάδος πρώτα στην ΕΟΚ (1981) και ύστερα στον σκληρό πυρήνα της ΟΝΕ (1999), ακούνε σήμερα να συζητείται η προοπτική να προστρέξει η Ελλάδα για επείγουσα αναχρηματοδότηση του δημοσίου χρέους της στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Τον ίδιο βαρύ πόνο βιώνουν και όλοι όσοι ταυτίστηκαν με το ζήτημα της κοινής ευρωπαϊκής υπόθεσης και της ευρωπαϊκής μοίρας της χώρας, είτε από τη θέση του επίσημου ευρωλειτουργού (επιτρόπου, ευρωβουλευτή, δικαστή, στελέχους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ.ά.) είτε από την πλευρά του Έλληνα χειριστή των ευρωπαϊκών ζητημάτων και προγραμμάτων.
Η Ελλάδα, όσο κι αν η κουλτούρα της κοινωνίας της και οι παθολογίες των διαχειριστικών μηχανισμών της την διατηρούν μακριά από την πολιτισμική ταυτότητα της ευρωζώνης, δεν παύει σήμερα, μετά από μια μακρόχρονη προοδευτική διαδικασία ενσωμάτωσης που αρχίζει από το 1961, να είναι μια χώρα οργανικά ενσωματωμένη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συνταυτισμένη απόλυτα με τη μοίρα της Ευρώπης στον σύγχρονο κόσμο και εξαρτημένη ολοκληρωτικά για το μέλλον της και την ασφάλειά της από το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης και τη σθεναρότητα της ευρωπαϊκής εταιρικής αλληλεγγύης.
Για όλους αυτούς τους ιστορικούς λόγους, που ισοδυναμούν με ένα ιστορικό κεκτημένο στο οποίο κατέληξαν χίλια χρόνια ιστορικής πορείας, η ελαφρότητα με την οποίαν εκστομίζεται, γράφεται και διακινείται στα μέσα, ως άμεση προοπτική σωτηρίας από την ασυμμετρική κρίση που μας έχει πλήξει, η προσφυγή στο ΔΝΤ μόνο οργή μπορεί να προκαλεί για όσους, δέκα μόλις χρόνια μετά την ένταξή μας στην ΟΝΕ και μετά από μια συνεχή επταετία ρυθμών ανάπτυξης 3,5% - 5% (!), οδήγησαν τη χώρα τόσο ανεύθυνα και ανεπαίσθητα στα όρια της κατάρρευσης και της οιονεί αποβολής από την ΟΝΕ. Γιατί βεβαίως δεν πρέπει να γελιόμαστε: όταν από κοινού, ελληνική κυβέρνηση και Ευρωπαϊκή Επιτροπή συζητούν πιθανότητα προσφυγής της ελληνικής οικονομίας στους μηχανισμούς του ΔΝΤ, στην ουσία συνομολογούν:
α) Αναγνώριση ασυμμετρικής κρίσης στην ελληνική οικονομία, η οποία διαφεύγει τις διαχειριστικές δυνατότητες ενός συνήθους καθεστώτος επιτήρησης,
β) Απόσυρση της ευρωπαϊκής εμπιστοσύνης προς την παρούσα κυβερνητική σύνθεση και τους δεδομένους κυβερνητικούς μηχανισμούς να διεκπεραιώσουν ένα συμπεφωνημένο πλάνο σωτηρίας, έστω και υπό καθεστώς αυστηρής επιτήρησης και γ) Αποκόλληση της Ελλάδος από την οικονομική αλληλεγγύη των εταίρων της, η οποία όμως αποτελεί και την ουσία της συμμετοχής μιας χώρας στην ΟΝΕ, εφόσον η ίδια η Ε.Κ. ακόμη παραμένει (δυστυχώς, δεν έχει προχωρήσει περισσότερο) κατ' εξοχήν οικονομικός θεσμός, οικονομική res publica, οικονομικού πρωτίστως χαρακτήρα συνομοσπονδία. Η σιωπή των αμνών μπροστά στα τεκταινόμενα είναι ανατριχιαστική. Εκ των πολιτικών πρωτογερόντων μόνον ο Κ. Σημίτης, με το άρθρο του στην «Καθημερινή της Κυριακής», 21 Δεκεμβρίου, άρθρωσε υπεύθυνο λόγο. Λόγοι άλλωστε δικαιολογημένης αυξημένης ευρωπαϊκής ευαισθησίας τον έχουν απομακρύνει από το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, ρυτιδώνοντας έτσι το ευρωπαϊκό προφίλ της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η επίσημη όμως Νέα Δημοκρατία, που επίσης δικαιολογημένα σεμνύνεται για την ένταξη της χώρας στην Ευρώπη και μέχρι τώρα διαπρυσίως εμφανίζεται ως ο ευρωαμύντωρ της ευρωπαϊκής μας ταυτότητας, αφήνεται να συρθεί ως επί σφαγήν από τις περιστάσεις προς το ΔΝΤ.
Την ύστατη αυτή στιγμή οι ζωντανές δυνάμεις της πολιτικής ζωής (όσοι ζωντανοί...), όσες ακόμη λαθροβιώνουν μέσα στη γενικότερη σήψη θεσμών, αξιών και ιδανικών, έχουν καθήκον να συνενώσουν τη φωνή και τη σωφροσύνη τους και να αξιώσουν υπεύθυνη προσπάθεια εξεύρεσης ύστατης ευρωπαϊκής λύσης.
Μια νέα διευρυμένη κυβέρνηση αυξημένης προς τα έξω αξιοπιστίας έχει υποχρέωση, από κοινού με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να επεξεργαστεί έκτακτο πρόγραμμα σταθεροποίησης και επανασύγκλισης της ελληνικής οικονομίας στα αποδεκτά πλαίσια της ευρωπαϊκής συμμετοχής στην ΟΝΕ, μέσα στα διευρυμένα πλαίσια ανοχής της συγκεκριμένης διεθνούς οικονομικής συγκυρίας. Τα πλαίσια άλλωστε αυτά αποτελούν και τη μόνη πλατφόρμα προϋποθέσεων ώστε η χώρα να συνεχίσει να απολαμβάνει όλα τα υπόλοιπα ωφελήματα των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών μηχανισμών, χωρίς τα οποία η βιωσιμότητα της ελληνικής οικονομίας παραμένει ακόμη εκ των πραγμάτων αδιανόητη.
Το έργο αυτό δεν είναι εύκολο. Παρουσιάζει αντίθετα πρωτότυπες πρωτογενείς δυσκολίες, που απαιτούν λεπτούς και τολμηρούς χειρισμούς βαθύτερης μεταρρυθμιστικής πνοής. Η αρνητική διεθνής συγκυρία, στο πλαίσιο της οποίας ένα τέτοιο πακέτο μέτρων πρέπει να εκπονηθεί, καθιστά το έργο ιδιαζόντως δυσχερές. Αφενός η δημοσιονομική εκτροπή πρέπει να τεθεί επειγόντως υπό έλεγχο, αφετέρου η Ντόπια αγορά πρέπει να στηριχτεί με στοχευμένες αντικυκλικές παρεμβατικές δράσεις όσο το δυνατόν πιο άμεσου αποτελεσματικού χαρακτήρα και όχι προσχηματικής κυβερνητικής φιλανθρωπίας.
Ένα μείγμα «κεϊνσιανισμού και περιοριστικής σταθεροποιητικής πολιτικής καθίσταται εκ των πραγμάτων αυτή τη στιγμή επιβεβλημένο. Ένα μείγμα δηλαδή αυστηρών περιοριστικών παρεμβάσεων στους τομείς της ανομικής δημόσιας σπατάλης σε συνδυασμό με μεταφορά δημοσιονομικού υστερήματος πόρων προς κατευθύνσεις άμεσου αντικυκλικού αποτελέσματος. Στο πρώτο εξάμηνο της επείγουσας αυτής ανασυγκρότησης θα διαμορφωθεί εν κινήσει ένας de facto προϋπολογισμός μεταρρυθμιστικού χαρακτήρα, σε νέες εντελώς βάσεις.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η χώρα αρχίζει την καινούργια χρονιά χωρίς προϋπολογισμό. Είναι όμως η καλύτερη ευκαιρία για μια διαρθρωτική παρέμβαση τολμηρού μεταρρυθμιστικού χαρακτήρα. Ας προχωρήσουμε σε ένα νέο ισολογισμό απογοήτευσης και ελπίδας που θα κλείνει σταθεροποιητικά προς τη δεύτερη. Ας σημάνει προσκλητήριο των δυναμένων να συνεισφέρουν. Ας αναζητηθούν πρόσωπα με ευρωπαϊκό προφίλ και εμπειρία, με ευρωπαϊκά διαπιστευτήρια ικανά να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Και ασφαλώς ουδείς έχει δικαίωμα να αμφισβητήσει απ' τον σημερινό πρωθυπουργό το δικαίωμα να πρωτοστατήσει ο ίδιος στην ύστατη προσπάθεια για σωτηρία.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 27/12/2008
© Copyright 2008 X.K. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.
Σχόλιο
Επισημαίνεται ότι όλα τα προαναφερόμενα του κ. Γεννηματά έχουν γραφτεί και έχει προσπαθήσει να συνεγείρει τους αρμοδίους και υπεύθυνους (;) πολιτικούς ταγούς μας τα Χριστούγεννα του 2008, δηλ. εδώ και ενάμιση χρόνο και σήμερα διαμαρτυρόμαστε επειδή το ΠΑΣΟΚ καθυστέρησε να λάβει τα αναγκαία και όχι ικανά μέτρα.
Με δεδομένη την ακόλουθη διατύπωση : «Την ύστατη αυτή στιγμή οι ζωντανές δυνάμεις της πολιτικής ζωής (όσοι ζωντανοί...), όσες ακόμη λαθροβιώνουν μέσα στη γενικότερη σήψη θεσμών, αξιών και ιδανικών, έχουν καθήκον να συνενώσουν τη φωνή και τη σωφροσύνη τους και να αξιώσουν υπεύθυνη προσπάθεια εξεύρεσης ύστατης ευρωπαϊκής λύσης.» αβίαστα συμπεραίνουμε ότι δεν υπάρχουν οι ζωντανές δυνάμεις της πολιτικής ζωής ...
Εν κατακλείδι, εάν είχε εισακουστεί ο αρθρογράφος –έγκριτος οικονομολόγος-τραπεζίτης—εκτιμώ ότι δεν θα βρισκόμαστε στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα, εκτός εάν οι πολιτικοί μας είχαν υιοθετήσει το δόγμα «Στην αναμπουμπούλα χαίρεται ο λύκος». Τώρα εσείς βρείτε τον λύκο ...
ΣΓΣ
ΥΓ Για λόγους πληρώτητος παρατίθεται το άρθρο του Κ. Σημίτη. Οι επισημάνσεις με έντονη γραφή δικές μου, όπως επίσης και οι εμβόλιμες παρατηρήσεις με έντονη και κυανή γραφή..
Τέλος εποχής με την Ελλάδα βυθισμένη στην κρίση
Tου Κωστα Σημιτη
Η συζήτηση του προϋπολογισμού που κλείνει σήμερα το βράδυ ήταν περισσότερο από ποτέ άλλοτε μια υποχρεωτική παράσταση ενός έργου, που όλοι συμπεριλαμβανομένων των κυβερνητικών πρωταγωνιστών τη θεωρούν χωρίς σημασία. Οι προϋποθέσεις πάνω στις οποίες στηρίζεται ο προϋπολογισμός είναι, κατά κοινή παραδοχή, εκτός πραγματικότητας. Για παράδειγμα, ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι πολύ κατώτερος του προβλεπόμενου 2,7%. Ίσως χαμηλότερος του 2% και κατά άλλους γύρω στο 1%. Η συζήτηση αυτή, όπως διεξάγεται, μόνο και μόνο για τα μάτια του κόσμου, επιβεβαιώνει ότι η κυβέρνηση έχει χάσει την ικανότητά της να διαβλέπει τι συμφέρει τη χώρα.
Πέρυσι, την ίδια εποχή, στη συζήτηση του προϋπολογισμού η κυβέρνηση εξέφρασε αλαζονικά την ενόχλησή της, γιατί είχα κάνει λόγο για «φαινομενική επιτυχία της οικονομικής πολιτικής». Ήταν πραγματική, όχι φαινομενική, μας είπε ο υπουργός Οικονομίας. Μάλιστα επικαλέστηκε την άρση της διαδικασίας επιτήρησης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και είπε εμφατικά ότι η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος ξεπεράστηκε κατά τρόπο αξιόπιστο και βιώσιμο. Επιπλέον, ακούσαμε, ότι η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία για πρώτη φορά δεν αμφισβητούσε πλέον την αξιοπιστία των ελληνικών στοιχείων.
Τα όσα μεσολάβησαν έκτοτε, έδειξαν πόσο αδικαιολόγητη ήταν η έπαρση της κυβέρνησης. Η διάψευση της κυβερνητικής αλαζονείας ήρθε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τη μορφή διπλής απόρριψης. Η πρώτη, γιατί αποδείχθηκε, ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2007, που αρχικά εμφανίστηκε ως 2,2% αυξήθηκε τελικά στο 3,5%. Η δεύτερη διάψευση ήρθε με την απόρριψη της αξιοπιστίας των στοιχείων της κυβέρνησης από τις κοινοτικές υπηρεσίες. Η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία δεν δέχθηκε τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης για τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων και τις προσαρμογές που απαιτούν διάφορα στοιχεία, τις λεγόμενες εθνικολογιστικές διαφορές. Η ουσία είναι, ότι τελικά, η Ελλάδα βγήκε από την επιτήρηση με παραποιημένα στοιχεία για να μπορέσει η κυβέρνηση τον Σεπτέμβριο του 2007 να κάνει τις εκλογές, παρουσιάζοντας μια ψεύτικη εικόνα, που ένα χρόνο μετά κατέρρευσε.
Αναφέρομαι στο θέμα αυτό γιατί λόγω της υπέρβασης του ανώτατου ορίου ελλείμματος της Ελλάδος του 2007, αυτόματα τίθεται θέμα υπερβολικού ελλείμματος και νέων μέτρων της Ένωσης με βάση το Σύμφωνο Σταθερότητας. Αυτά θα αποφευχθούν μόνο αν το έλλειμμα του 2008 είναι κάτω από το όριο του 3% τουλάχιστον κατά 0,5 μονάδες. Όμως, το έλλειμμα του 2008 θα αυξηθεί πάνω από το 4%. Η γνωστή σε όλους υστέρηση εσόδων και οι αποφάσεις της Ένωσης ως προς τα αποθεματικά των ασφαλιστικών οργανισμών, θα επιφέρουν την αύξηση. Η Ελλάδα θα βρεθεί πάλι αντιμέτωπη με τους εταίρους της.
Η εξέλιξη αυτή πιστοποιεί ότι τα εξωραϊσμένα μεγέθη του προϋπολογισμού που συζητάμε στη Βουλή κάθε χρονιά μετατρέπονται σε όνειδος, όταν ένα χρόνο αργότερα δημοσιοποιηθούν τα πραγματικά μεγέθη. Τα μεγέθη του 2007, τα μεγέθη του 2008 αλλά και ο προϋπολογισμός του 2009, που θα είναι μια ακόμη πιο θεαματική αποτυχία, θα επιβεβαιώσουν ότι επαναλαμβάνεται συστηματικά και ενσυνείδητα από την κυβέρνηση, η προσπάθεια παραπλάνησης. Η ιστορία επαναλαμβάνεται από τη Νέα Δημοκρατία και δυστυχώς καταλήγει σε γελοιοποίηση της χώρας.
Την εξαιρετικά δυσοίωνη προοπτική εκφράζουν και τα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, που έχουν εκτιναχθεί σε πρωτοφανή επίπεδα, όχι εξαιτίας της ανόδου των διεθνών επιτοκίων, αλλά εξαιτίας του καταποντισμού της εμπιστοσύνης των διεθνών αγορών στη φερεγγυότητα της κυβερνητικής πολιτικής και των προοπτικών της οικονομίας μας.
Η διαφορά μεταξύ του επιτοκίου που ζητείται να καταβάλει η Ελλάδα για να της χορηγηθούν δάνεια και του επιτοκίου που καταβάλλει η Γερμανία κατά την έκδοση δεκαετών ομολόγων, ως γνωστόν, ανεβαίνει σταθερά. Τέλος Νοεμβρίου το επιτόκιο για την Ελλάδα ήταν κατά 1,68% υψηλότερο εκείνου για τη Γερμανία, αρχές Δεκεμβρίου 1,73% και πριν από λίγες μέρες 2,20%. Ένα στοιχείο σύγκρισης αποτελεί η διαφορά του επιτοκίου στο τέλος του 2003, ήταν μόνο 0,2%. Αντίστοιχη με τη σημερινή αρνητική κατάσταση υπήρχε μόνο προτού γίνει η Ελλάδα μέλος της ΟΝΕ.
Αυτά τα καμπανάκια δεν τα άκουγαν οι αρμόδιοι και όχι αριστογείτονες;;;;;
Ο δανεισμός της χώρας έχει γίνει θέμα στον διεθνή Τύπο. Η Ελλάδα αναφέρεται ως η χώρα η οποία αναλογικά με το ΑΕΠ της θα έχει το 2009 τον υψηλότερο δανεισμό στην Ευρώπη. Τη δυσοίωνη εικόνα συμπληρώνει το γεγονός ότι το κόστος της ασφάλισης έναντι του κινδύνου μη αποπληρωμής των πενταετών ελληνικών ομολόγων έχει τετραπλασιαστεί σε ελάχιστο χρόνο από 3% σε 12% περίπου. Είναι και αυτό μια απόδειξη της εξαιρετικά αρνητικής γνώμης που επικρατεί στις αγορές χρήματος για την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Η αρνητική γνώμη για τη χώρα συνδέεται με την αρνητική πορεία του δημοσίου χρέους και της ελληνικής οικονομίας. Μεταξύ τέλους 2003 και του 2009 στο οποίο αφορά ο προϋπολογισμός που συζητάμε, η πολιτική της κυβέρνησης οδήγησε σε μια αύξηση του δημοσίου χρέους της κεντρικής κυβέρνησης –το οποίο κατ' εξοχήν εκφράζει τη δημοσιονομική διαχείριση– κατά το ιλιγγιώδες ποσό των 91 δισ. ευρώ, χωρίς σε αυτό να υπολογίζεται η επιβάρυνση του χρέους από το πακέτο στήριξης των τραπεζών και τις βέβαιες υπερβάσεις του ελλείμματος το 2009. Οι αιτίες της αύξησης είναι συναρτημένες με την πελατειακή νοοτροπία της κυβέρνησης και τη σταθερή επιδίωξη ενίσχυσης της εξουσίας της. Οι προσλήψεις την περίοδο 2004-2008 για παράδειγμα έφθασαν τις 60.000 περίπου, με συνέπεια την αύξηση των μισθών που κατέβαλε η κυβέρνηση κατά 40%. Η κυβέρνηση συγκάλυψε την πορεία αυτή με την αλλαγή των στοιχείων του ΑΕΠ, ώστε να προβάλει τον ισχυρισμό ότι το χρέος μειώθηκε ως ποσοστό του ΑΕΠ. Το επιχείρημά της αυτό βεβαίως ελάχιστα έπεισε τους δανειστές της χώρας.
Αποτελεί κοινό μυστικό στους κύκλους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι η Ελλάδα δεν προσαρμόζεται στις επιταγές της ΟΝΕ και ότι νουθεσίες και επιτηρήσεις δεν αρκούν. Θεωρούν ότι η τωρινή πολιτική ηγεσία της χώρας, που στηρίχθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε όλες τις σημαντικές επιδιώξεις της, την απογραφή, την αναθεώρηση του ΑΕΠ, τη γρήγορη ολοκλήρωση της διαδικασίας της επιτήρησης, εκμεταλλεύθηκε αυτή τη συμπαράσταση για να χειροτερεύσει κατά πολύ τα πράγματα και να μην τηρήσει δεσμεύσεις. Απλά, τους κορόιδεψε. Η Ελλάδα, πιστεύουν, καλό θα ήταν να αναγκαστεί να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) για να εξασφαλίσει τον απαραίτητο δανεισμό, ώστε η παρακολούθηση της ελληνικής οικονομίας να είναι αρμοδιότητά του και όχι φροντίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Αφορμές για μια τέτοια κίνηση μπορούν να βρεθούν, αν συνεχιστεί η σημερινή πορεία. Η Ελλάδα σύμφωνα με τον προϋπολογισμό που συζητάμε θα πρέπει να δανειστεί το 2009 τουλάχιστον 40 δισ., αλλά πιθανότατα ένα ποσό 50 δισ. Τα χρήματα στις διεθνείς χρηματαγορές θα είναι δύσκολο να βρεθούν την περίοδο που θα επιδιώξει τον δανεισμό η Ελλάδα. Γιατί και άλλες χώρες και προπαντός ξένες τράπεζες θα επιθυμούν να δανειστούν και θα προσφέρουν ικανοποιητικότερο επιτόκιο ή περισσότερη φερεγγυότητα. Στην περίπτωση που παρουσιαστούν δυσκολίες δανεισμού του ελληνικού κράτους, θα έχει δοθεί η αφορμή να διατυπωθεί η υπόδειξη, ότι η λύση του προβλήματος θα πρέπει να επιζητηθεί μάλλον με προσφυγή στο ΔΝΤ. Θα είναι μια ταπεινωτική για την Ελλάδα εξέλιξη, η πιο καταστροφική κατάληξη της διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.
Όλες οι ανεπτυγμένες χώρες της Ένωσης έχουν παρουσιάσει σχέδια για την αντιμετώπιση της ύφεσης και την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας. Σε μας η διαμόρφωση μιας στρατηγικής αντιμετώπισης της κρίσης αργεί. Η αδράνεια της κυβέρνησης δεν δικαιολογείται. Εάν περιμένεις για να δράσεις τη στιγμή που θα εκδηλωθούν τα αποτελέσματα της ύφεσης έντονα, τότε τα όποια μέτρα δύσκολα θα μπορούν να ανατρέψουν την κατάσταση. Όπως μάλιστα έχει τονιστεί από πολλές πλευρές η κρίση μπορεί να εξελιχθεί χειρότερα στην Ελλάδα απ' ό,τι σε άλλες χώρες, όπως η Σουηδία ή η Ολλανδία που έχουν υψηλή ανταγωνιστικότητα και στηρίζονται σε ανεπτυγμένη τεχνολογία. Η κρίση στην Ελλάδα μπορεί να οδηγήσει σε αλλεπάλληλους και ισχυρούς κλυδωνισμούς, γιατί μας λείπει η ικανότητα να ανταποκριθούμε σε νέες εξελίξεις, να αλλάξουμε τις παραδοσιακές δομές μας, δεν έχουμε την ανταγωνιστικότητα που θα μας επιτρέψει να εκμεταλλευτούμε γρήγορα ευκαιρίες.
Η Νέα Δημοκρατία παρουσίασε ένα πακέτο μέτρων ως αντίδοτο για την κρίση για να βοηθήσει τους πιο αδύναμους συμπολίτες μας, ύψους 370 εκατ. ευρώ που θα καλυφθούν από τους πόρους του Εθνικού Ταμείου Κοινωνικής Συνοχής. Θα παρατηρήσω ότι η κυβέρνηση εδώ και τρία χρόνια κομπάζει ότι το Ταμείο θα προικοδοτηθεί με 2 δισ. ευρώ. Του χρόνου θα διαθέτει όμως μόνο 450 εκατ. ευρώ και γι' αυτό το πακέτο της κυβέρνησης υστερεί σε σχέση προς τις ανάγκες.
Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι η αντιμετώπιση της ύφεσης δεν απαιτεί απλώς ορισμένες ενισχύσεις για τα τμήματα του πληθυσμού που υποφέρουν. Χρειάζεται μια συνεκτική και συνθετική αντίληψη για τον τρόπο που θα αντιμετωπίσει την υστέρηση της χώρας. Γιατί η υστέρησή της βαθαίνει την κρίση. Χρειάζεται ένα επεξεργασμένο σχέδιο συστηματικής και στοχευμένης ενίσχυσης της οικονομικής δραστηριότητας. Ενδεικτικά αναφέρω ορισμένες κατευθύνσεις. Η επιτάχυνση της κατασκευής των ήδη προγραμματισμένων έργων. Η προώθηση χωρίς καθυστέρηση των προγραμμάτων του Δ΄ ΚΠΣ. Η αύξηση των πόρων και η ενεργοποίηση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων και για τις μη χρηματοδοτούμενες από την Ένωση επενδύσεις. Η βοήθεια προς τις επιχειρήσεις, ιδίως τις μικρές και μεσαίες. Οι διαρθρωτικές αλλαγές αποτελούν επίσης μια άμεση προτεραιότητα. Όλα όσα δεν έκανε η κυβέρνηση για να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα και να βελτιώσει την παραγωγικότητα τα τελευταία πέντε χρόνια, πρέπει να προχωρήσουν τώρα. Χρειάζονται παρεμβάσεις για την αναμόρφωση της διοίκησης, την έρευνα και τεχνολογία, την ανεύρεση νέων ενεργειακών πόρων, τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων, την προστασία του περιβάλλοντος κ.λπ.
Το κρίσιμο θέμα για την Ελλάδα, αυτή τη στιγμή είναι να διαμορφώσει και να ακολουθήσει μια πολιτική τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό που δημιουργεί την πεποίθηση ότι επιχειρείται σοβαρά, με συνέπεια και για μακρύ χρονικό διάστημα η αντιμετώπιση των αδυναμιών της και της υστέρησής της. Μόνο έτσι θα γεννήσει η χώρα εμπιστοσύνη. Μόνο έτσι θα μπορεί η κυβέρνηση να πείσει ότι θέλει η Ελλάδα να παραμείνει στην τροχιά της ευρωπαϊκής πορείας. Και η εμπιστοσύνη συνδυαζόμενη με τη συνέπεια στην εφαρμογή των προγραμμάτων θα εξασφαλίσει τους πόρους που χρειάζονται. Όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν όμως από μια κυβέρνηση που έχει χάσει την κοινωνική συμπαράσταση.
Η Νέα Δημοκρατία θεώρησε καλό να μεταχειριστεί χωρίς τον ελάχιστο ενδοιασμό όποια μέσα την εξυπηρετούσαν για να κατακτήσει και να διατηρήσει την εξουσία. Αρνήθηκε ό,τι είχε καταφέρει με κόπο ο ελληνικός λαός. Λοιδόρησε και συκοφάντησε τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Θεώρησε ότι μπορεί να πορευθεί χωρίς κανόνες, χωρίς σεβασμό, χωρίς συγκρότηση. Εξυπηρέτησε χωρίς δισταγμό τους έχοντες, αδιαφορώντας για τους πολλούς. Προέτρεψε την κοινωνία να μην νοιάζεται για τη σκληρή προσαρμογή στην παγκοσμιοποίηση, να ικανοποιηθεί με μικρές λύσεις σε μεγάλα προβλήματα, να θεωρήσει ότι η ηθικολογία τού «σεμνά και ταπεινά» αποτελεί τη νέα και επαρκή κοινωνική αντίληψη και να ασπασθεί την πράξη των ρουσφετιών, των εξυπηρετήσεων, των κουμπαριών και των ειδικών σε συνεργασία μαζί της ρυθμίσεων. Η Νέα Δημοκρατία κατάργησε έτσι το απαιτητικό παράδειγμα που χρειάζεται κάθε πολιτική παράταξη και η κοινωνία. Ο εκτροχιασμός της οικονομίας είναι η συνέπεια. Και από τις επιπτώσεις αυτού του εκτροχιασμού δεν πρόκειται να τη διασώσουν μέτρα, εξαγγελίες και στομφώδεις διαβεβαιώσεις. Γιατί όλοι ξέρουν ότι στο σημείο που φτάσαμε χρειάζονται άλλα πρότυπα και άλλη πολιτική. Οι σημερινοί πρωταγωνιστές έχουν ενταχθεί πια ανεπανόρθωτα στο χθες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου