Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2007

Καταχωρώ το ακόλουθο μήνυμα επειδή το θεωρό σημαντικό και αρκετά ενημερωτικό για το διαχρονικό και εκκρεμές θέμα της Κύπρου. Εκτιμώ δε ότι τα αναφερόμενα βιβλία θα ρίχνουν το φως τους σε άγνωστες πτυχές του ζητήματος.

Αγαπητέ Ναύαρχε και φίλοι,

Συγχαρητήρια για τις επισημάνσεις,
Όμως τα σημάδια υπήρχαν, οπως η δήλωση Κιουτσούκ [του πρώτου και μέχρι την τουρκοκυπριακή ανταρσία του Δεκ 1963, αντιπροέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας] ο οποίος δήλωσε αμέσως το 1960 , με την ανεξαρτησία, ότι "Σκοπός μας είναι η διχοτόμηση και γι αυτό θα αγωνισθούμε.."
Οι Τούρκοι τα λένε πάντα - όπως τώρα με τη Θράκη, το Αιγαίο και -φυσικά πάλι την Κύπρο. Απλά η ενδοτική Ελληνική διαχρονική πολιτική , "κάνει" πως δεν τα καταλαβαίνει. Εξ ου και η βαρύτατη ευθύνη της, όπως και όλων των κατά καιρούς τουρκολάγνων.....[στην ουσία μισθοφόρων]
Η δήλωση Πακάρδ έχει αναφερθεί από το 2005 [ή 2006] σε συνέντευξη του και στο BBC και έχει επαναληφθεί και σε περυσινή εκδήλωση στο Πολεμικό Μουσείο [ήταν παρών]
Υπ' όψη ότι ο Πακάρδ ήταν και βασικός συνεργάτης του Βασίλη Φίλια στην διάρκεια της δικτατορίας στα πλαίσια του αντιδικτατορικού αγώνα της Δημοκρατικής Άμυνας,
[Βλέπε και βιβλίο Β.ΦΊΛΙΑ " Τα αξέχαστα και λησμονημένα" Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1997]

Καλά Χριστούγεννα και πάλι,

Δημήτρης Αλευρομάγειρος

----- Original Message -----
From: Sotirios Georgiadis

ΕΤΟΣ 51ο ΑΡΙΘΜΟΣ ΦΥΛΛΟΥ: 17310 Κυριακή, 23 Δεκεμβρίου 2007
Απόρρητα της Ελληνικής ΚΥΠ για τα πρώτα βήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας
Ηλιάδης και Packard: Δύο βιβλία για την Κύπρο και την κρίσιμη περίοδο 1959- 1964

TOY MAΡΙΟΥ ΕΥΡΥΒΙΑΔΗ

Δύο εξαιρετικά βιβλία για τη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου κυκλοφορούν, κατά μία περίεργη συγκυρία, την περίοδο αυτή στην αγορά. Το ένα είναι του Μάνου Ηλιάδη, Το Απόρρητο Ημερολόγιο της ΚΥΠ στην Κύπρο (Εκδόσεις Σιδέρης) που καλύπτει τη δεκαεπτάμηνη περίοδο 13 Ιουνίου 1959 μέχρι και τις 28 Νοεμβρίου 1960. Το άλλο είναι του Martin Packard, Getting it Wrong: Fragments from a Cyprus Diary 1964 (2007).
Το βιβλίο του Ηλιάδη βασίζεται σε 80 απόρρητες εκθέσεις της Eλληνικής Yπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) που δρούσε στην Κύπρο τότε και τα οποία δημοσιοποιούνται στο βιβλίο. Το πόνημα του Packard βασίζεται στην πολυσέλιδη αναφορά του προς τις Βρετανικές Υπηρεσίες, ως μέλος της αρχικά βρετανικής ειρηνευτικής δύναμης που αναπτύχθηκε στην Κύπρο στις αρχές του 1964 και η οποία μετεξελίχθηκε στη γνωστή μας ΟΥΝΦΙΚΥΠ.
Και τα δύο βιβλία περιέχουν και βασίζονται σε πρωτογενές υλικό. Και στις δύο περιπτώσεις το πρωτογενές υλικό και οι εκτιμήσεις των συγγραφέων ανατρέπουν τη συμβατική σοφία και τις ιδεοληπτικές και επιδερμικές προσεγγίσεις για τα τεκταινόμενα στην Κύπρο την περίοδο1959-1964.
Και στις δύο περιπτώσεις το πρωτογενές αυτό υλικό δεν θα έβλεπε ποτέ τη δημοσιότητα εάν οι συγγραφείς δεν έδειχναν ιδιαίτερο ζήλο, υπομονή, επιμονή, μόχθο αλλά και προσωπικό ρίσκο. Στην περίπτωση του Packard ο άνθρωπος έχασε την στρατιωτική του καριέρα, κυνηγήθηκε ανελέητα από το βρετανικό κράτος (και από τους Αμερικανούς) και καταστράφηκε οικονομικά. Ποιο το αμάρτημά του; Πίστεψε και απέδειξε με τη δράση του το 1964, ότι οι Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι μπορούν να διαβιώσουν ειρηνικά στην Κύπρο. Κάτι τέτοιο έρχονταν σε μετωπική σύγκρουση με την ήδη ειλημμένη απόφαση της Ουάσιγκτον και του Λονδίνου, με την οποία συμφωνούσαν Ελλάδα και Τουρκία ότι η, έστω και κολοβή, ανεξαρτησία που δόθηκε στην Κύπρο ήταν στρατηγικό λάθος και ότι το Κυπριακό Κράτος έπρεπε πάραυτα να καταλυθεί.
Η απάντηση που εισέπραξε ο Packard, επιμένοντας στη συμφιλίωση ως στρατηγική επίλυσης του Κυπριακού, από έναν εκ των αρχιτεκτόνων των σχεδίων για την κατάλυση του Κυπριακού Κράτους, τον Αμερικανό Αναπληρωτή Υπουργού Εξωτερικών George Ball, ήταν ότι κατάλαβε λάθος την αποστολή του. Στόχος των Δυτικών Δυνάμεων που αναπτύχθηκαν στην Κύπρο το 1964 δεν ήταν, του δήλωσε κυνικά, η συμφιλίωση, αλλά η κατάλυση του κράτους και ο διαμελισμός του νησιού.
Στην περίπτωση Ηλιάδη, το βιβλίο του είναι μοναδικό. Μέσα από τα πληροφοριακά δελτία , σημειώματα και εκθέσεις της ΚΥΠ, που είχαν ως τελικούς αποδέκτες τον Πρωθυπουργό και Υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας, ξεπροβάλλουν άγνωστες πτυχές της πολιτικής ιστορίας της Κύπρου. Η μοναδικότητα του βιβλίου προέρχεται και από το γεγονός ότι όλα όσα καταγράφονται είναι προσωποποιημένα. Αναφέρονται εκατοντάδες ονόματα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων σε συσχετισμό με δραστηριότητες που θεωρούνταν αξιόλογες προς καταγραφή. Η δε ημερολογιακή δομή των δελτίων κυριολεκτικά αναβιώνει το «κλίμα της εποχής», τις δράσεις, τους ρόλους και τα κίνητρα των δρώντων μέσα και έξω από την Κύπρο. Μέσα από το σύνολο των Εκθέσεων υπάρχουν, βέβαια, και πολιτικές σκοπιμότητες τις οποίες ο κάθε νοήμων αναγνώστης μπορεί να αντιληφθεί και οι οποίες αναδεικνύονται από τον ίδιο τον συγγραφέα μέσα από το δικό του σχολιασμό. Μια από τις σκοπιμότητες αυτές, η πιο σημαντική κατά την εκτίμησή μου, ήταν και η εσκεμμένη υποβάθμιση, ή αλλιώς, η μη ανάπτυξη θεμάτων και γεγονότων υπό τη μορφή «σχολίων» και «εκτιμήσεων», που έρχονταν σε αντίθεση με το «πνεύμα της Ζυρίχης - Λονδίνου». Η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας δεν ήθελε, προφανώς, να ακούσει, έστω και για δική της εσωτερική ενημέρωση, οτιδήποτε αμφισβητούσε το πνεύμα αυτό. Η πιο κραυγαλέα από τις σκοπιμότητες αυτές ήταν η «αγνόηση» της πραγματικά απίστευτης σε πληρότητα τεκμηρίωσης της ΚΥΠ, με λεπτομέρειες που μας αφήνουν άναυδους, της αχαλίνωτης και απρόσκοπτης δραστηριότητας του επίσημου τουρκικού κράτους, των υπηρεσιών του και των Τουρκοκυπρίων, για την εισαγωγή οπλισμού στην Κύπρο την περίοδο αυτή. Οι εισαγωγές δεν προήρχοντο μόνο από την Τουρκία αλλά και από τις διεθνείς αγορές όπως για παράδειγμα, αυτή του Λιβάνου.
Το πασίγνωστο επεισόδιο της εισαγωγής όπλων από την Τουρκία με το πλοιάριο Ντενίζ, (νηολόγιο Σμύρνης) στις 18 Οκτωβρίου 1959 αποτελούσε, όπως προκύπτει από τα ντοκουμέντα, την κορυφή του παγόβουνου. Τη δεκαεπτάμηνη περίοδο των εκθέσεων της ΚΥΠ η εισαγωγή οπλισμού από την Τουρκία διαπιστώνεται ως σχεδόν «καθημερινό» φαινόμενο το οποίο λάμβανε χώρα και εν γνώσει των Βρετανών. Οι τελευταίοι σε ατομικό επίπεδο εκπαίδευαν τους Τουρκοκύπριους στα όπλα συνήθως τα βράδια και τους πούλησαν οπλισμό. Κατά τους υπολογισμούς της ΚΥΠ, προερχόμενους από αγγλικές πηγές, το Ντενίζ μετέφερε 5-8 τόνους πυρομαχικών. Ο συνολικός δε αριθμός των όπλων που οι Τούρκοι εισήγαγαν στην Κύπρο, πάντοτε κατά τους υπολογισμούς της ΚΥΠ, ήταν περίπου 10.000 τεμάχια.
Η Έκθεση της ΚΥΠ της 21ης Οκτωβρίου 1960, λίγο δηλαδή μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας, είναι διαφωτιστικότατη: «Κατά το εξάμηνον διάστημα μεταξύ Ιανουαρίου 1959 - Ιουλίου 1959, λαθραίως εισήχθησαν υπό των Τουρκοκυπρίων 6000 όπλα, ήτοι βαρέα πολυβόλα, οπλοπολυβόλα, τυφέκια, πιστόλια και περίστροφα, ως και όλμοι των 2 και τριών ιντσών, ανελθόντος ούτω, κατά Ιούνιον 1959, του αριθμού των υπό της Τουρκικής Κοινότητος κατεχομένων όπλων εις 7.000, μετά μεγάλου αριθμού σφαιρών». «Μετά τον Ιούλιον του 1959 και μέχρι 2 Σεπτεμβρίου 1960 εσυνεχίσθη εις μεγάλην έκτασιν η λαθραία εισαγωγή όπλων και πυρομαχικών υπό των Τουρκοκυπρίων, ώστε σήμερον να πιστεύεται ότι οι Τουρκοκύπριοι διαθέτουν όπλα ανερχόμενα εις 10.000 περίπου τεμάχια». Εξοπλίστηκε δύναμη 10 χιλιάδων ανδρών.
Το ακριβές των τότε εκτιμήσεων της ΚΥΠ επιβεβαιώθηκε τριάντα πέντε χρόνια αργότερα σε σειρά δημοσιευμάτων στον τουρκικό τύπο (υπό τη μορφή απομνημονευμάτων Τούρκων αξιωματικών και αξιωματούχων) για τις δραστηριότητες της τουρκοκυπριακής οργάνωσης ΤΜΤ που ήταν και αυτή όπως και άλλες υπό τον άμεσο έλεγχο Τούρκων αξιωματικών που οργάνωναν και επέβλεπαν την εξοπλιστική δραστηριότητα (βλ. Milliyet, 11.6.1995). Όπως προκύπτει από τα δημοσιεύματα στη φάση αυτή του εξοπλισμού των Τουρκοκυπρίων, επιτεύχθηκε ο στόχος του εξοπλισμού δύναμης 10.000 ανδρών.
«Τι τα θέλουν τα όπλα οι Τούρκοι αφού οι συμφωνίες τους παρέχουν όλα τα εχέγγυα, τα διασφαλίζοντα τα δικαιώματά τους εντός των πλαισίων της νέας Κυπριακής Δημοκρατίας» σχολίαζε, κατ' εξαίρεση, η Έκθεση της ΚΥΠ για την περίοδο 9/11/59 - 16/11/1959. Προφανώς, πέραν της ΚΥΠ κανείς δεν ήθελε να θέσει ένα τέτοιο ενοχλητικό ερώτημα πόσω δε μάλλον να το απαντήσει. Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν «πολιτικά ορθό» διότι θα ερχόταν σε αντίθεση με το «πνεύμα Ζυρίχης - Λονδίνου» που μονομερώς και εργολαβικά καλλιεργούσε η Αθήνα.
Μια άλλη σκοπιμότητα που εντοπίζεται στην ημερολογιακή καταγραφή και αξιολόγηση των γεγονότων από την ΚΥΠ, ήταν και η αντικομουνιστική προκατάληψη των συγγραφέων των Εκθέσεων. Το γεγονός αυτό αναδεικνύεται από τον συγγραφέα αφού τοποθετεί τις δραστηριότητες και την αντικομουνιστική προσέγγιση της ΚΥΠ στο ιστορικό της πλαίσιο στην Ελλάδα μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Θα ήταν ωστόσο μέγα λάθος εάν η «Κομμουνιστική Δραστηριότης» που καταγράφεται στις Εκθέσεις απορριφθεί εκ προοιμίου διότι πηγάζει από αντικομουνιστές ή ακροδεξιούς αναλυτές.
Οι Εκθέσεις καταγράφουν εξαιρετικά ενδιαφέρουσες εξελίξεις, καταστάσεις, πρόσωπα και πράγματα, όπως κατά την προεδρική προεκλογική περίοδο, για παράδειγμα, που ίσως να βλέπουν το φως της δημοσιότητας για πρώτη φορά. Τα γεγονότα και οι εξελίξεις που καταγράφονται από την ΚΥΠ θα πρέπει να αντιπαρατεθούν με τα γεγονότα της εποχής και να ελεγχθούν, εφόσον συγκρούονται με αυτά.
Εάν υπάρχει κάτι το παρήγορο στην ταλαιπωρημένη ιστορία αυτού του τόπου, αυτό είναι το θαύμα της επιβίωσης του Κυπριακού Κράτους σε πείσμα όλων, μέσα και έξω από την Κύπρο, που ανέλαβαν εργολαβικά να το διαλύσουν πριν ακόμη ιδρυθεί. Σταδιακά, με αξιόλογα έργα όπως αυτά των Ηλιάδη και Packard, μαθαίνουμε την πραγματική πολιτική ιστορία του τόπου μας.
© 2001 Ο Φιλελεύθερος Λτδ. - www.phileleftheros.com


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου